Δευτέρα 15 Ιουνίου 2009

Καταλάβατε πως λείπει ο Μάνος;


Σαν σήμερα, 15 Ιουνίου 1994, έφυγε ο Μάνος Χατζιδάκις και θα μας βλέπει από το αγαπημένο του αστέρι, τον Σείριο, ένα από τα πιο φωτεινά στον αχανή ουράνιο χώρο. Όλοι ξέρουν τη μουσική του και τα τραγούδια του, αρκετοί την προσφορά του στη διάσωση του ρεμπέτικου τραγουδιού με πρωταρχικό όργανο το μπουζούκι και ελάχιστοι ότι όταν έπαιρνε το λόγο στη παρέα του "Μαγεμένου αυλού", τον άκουγαν με εκτίμηση και θαυμασμό πνευματικά και καλλιτεχνικά μεγαθήρια, όπως ο Ελύτης, ο Τσαρούχης, ο Μινωτής, ο Χορν, ακόμη και ο γκουρού του Γκάτσος...

Από το blog press-gr

5 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Από το βιβλίο του Μάνου Χατζιδάκι: Ο ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΜΑΧΑΙΡΙ.


ΓΙΑ ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ Το τραγούδι δεν είναι σύνθημα ή πράξη εκτονώσεως. Ούτε μαστίχα για το στόμα αθλητικών εφήβων ή συντροφιά νυχτερινή για οδηγούς ταξί και φορτηγών. Είναι μια σχέση υπεύθυνη, μια πράξη ερωτική ανάμεσά μας που μας αποκαλύπτει. Τελετουργία που απαιτεί, τόσο από σας όσο και από μένα, μια προετοιμασία θρησκευτική, επίμονη άσκηση γνώσης και αθωότητας, αποκαλύψεως και ανιχνεύσεως, μνήμης και προφητείας. Το τραγούδι είναι μια μαγική στιγμή κι εγώ ένας πανηγυριώτης μάγος εκπρόσωπός σας, που θα φωτίσω τις κρυφές και αθέατες γωνιές σας, θα σας εκπλήξω, θα σας γεμίσω ερωτήματα και μελωδίες που ίσως γεννούν δικές σας και θα μεταφερθούν στο σπίτι σας, έτσι που να κοπεί ο ύπνος σας και να χαθεί για πάντα –αν είναι δυνατόν– ο εφησυχασμός σας. Κι ας μην μπορείτε να με τραγουδήσετε. Μήπως τάχα μπορείτε να εξαφανίσετε ένα πουλί ή να το φανερώσετε μέσ’ απ’ το φόρεμα ή από το μαντήλι σας; Κι όμως δεν το ξεχάσατε κι ούτε θα το ξεχάσετε σ’ όλη σας τη ζωή. Και θα το λέτε στα παιδιά σας έτσι όπως το πρωτοείδατε κάποια φορά από έναν μάγο σ’ ένα πανηγύρι – καθώς και το τραγούδι μου. Θα το θυμάσθε και θα το ’χετε εντός σας, χωρίς την δυνατότητα να το γλεντήστε με αυτάρεσκη και δυνατή φωνή. Μόνο να το ψελλίζετε θα είναι δυνατόν, σαν προσευχή… Δεν είναι το τραγούδι μου απλοϊκό κι ευχάριστο σαν το τενεκεδένιο σήμα μιας πολιτικής παράταξης ή ενός αθλητικού συλλόγου. Δεν κολακεύει τις συνήθειές σας ούτε και διασκεδάζει την αμηχανία σας, την οικογενειακή σας πλήξη ή την ερωτική σας ανεπάρκεια. Δεν είναι το τραγούδι μου μια μονόφωνη αρτηρία, ούτε μια πολυφωνική και λαϊκή υστερία. Είναι μια μυστική πηγή, μια στάση πρέπουσα και ηθική απέναντι στα ψεύδη του καιρού μας, ένα παιχνίδι ευφάνταστο μ’ απρόβλεπτους κανόνες, μια μελωδία απρόσμενη που γίνεται δική σας, δεμένη αδιάσπαστα με άφθαρτες λέξεις ποιητικές και ξαναγεννημένες. Και μην ξεχάσετε. Σαν φύγετε από ΄δω, δεν σας ανήκει παρά μονάχα το αίσθημα, η σκέψη και τα ερωτήματα, που ολόκληρο το βράδυ σας μετέδωσα μέσ’ απ’ τη μουσική μου. Σ’ εμένα απομένει το τραγούδι, η μαγική στιγμή μου, που είναι μια εξαίσια απάντηση αρκεί να με ρωτήστε. Ρωτήστε με λοιπόν. Κι ύστερα σας παρακαλώ σωπάστε! Γιατί θα τραγουδήσω! Πιστεύω πως η τέχνη του τραγουδιού αποτελεί κοινωνικό λειτούργημα, γιατί το τραγούδι μας ενώνει μέσα σ’ ένα μύθο κοινό. Κι όπως στον χορό ενώνουμε τα χέρια μεταξύ μας για ν’ ακολουθήσουμε ίδιες ρυθμικές κινήσεις, έτσι και στο τραγούδι ενώνουμε τις ψυχές μας για ν’ ακολουθήσουμε μαζί, τις ίδιες εσωτερικές δονήσεις. Κι όσο για τον κοινό μύθο που δεν υπάρχει στις μέρες μας, τον σχηματίζουμε καινούριο κι απ’ την αρχή κάθε φορά. Κάθε φορά που νιώθουμε βαθιά την ανάγκη να τραγουδήσουμε.

Ανώνυμος είπε...

ΤΟ ΝΗΣΙ

Μια φορά κι έναν καιρό, υπήρχε ένα νησί στο οποίο ζούσαν όλα τα
συναισθήματα. Εκεί ζούσαν η Ευτυχία, η Λύπη, η Γνώση, η Αγάπη και όλα τα άλλα
συναισθήματα.Μια μέρα έμαθαν ότι το νησί τους θα βούλιαζε και έτσι όλοι
επισκεύασαν τις βάρκες τους και άρχισαν να φεύγουν.Η Αγάπη ήταν η μόνη που έμεινε
πίσω. Ήθελε να αντέξει μέχρι την τελευταία στιγμή. Όταν το νησί άρχισε να
βυθίζεται, η Αγάπη αποφάσισε να ζητήσει βοήθεια.Βλέπει τον Πλούτο που περνούσε με
μια λαμπερή θαλαμηγό. Η Αγάπη τον ρωτάει: «Πλούτε, μπορείς να με πάρεις μαζί σου;»,
«Όχι, δεν μπορώ» απάντησε ο Πλούτος. «Έχω ασήμι και χρυσάφι στο σκάφος μου και
δεν υπάρχει χώρος για σένα». Η Αγάπη τότε αποφάσισε να ζητήσει βοήθεια από την
Αλαζονεία που επίσης περνούσε από μπροστά της σε ένα πανέμορφο σκάφος. «Σε
παρακαλώ βοήθησέ με» είπε η Αγάπη. «Δεν μπορώ να σε βοηθήσω Αγάπη. Είσαι μούσκεμα
και θα μου χαλάσεις το όμορφο σκάφος μου» της απάντησε η Αλαζονεία. Η Λύπη ήταν
πιο πέρα και έτσι η Αγάπη αποφάσισε να ζητήσει από αυτή βοήθεια.«Λύπη άφησέ με να
έρθω μαζί σου». «Ω Αγάπη, είμαι τόσο λυπημένη που θέλω να μείνω μόνη μου» είπε η
Λύπη. Η Ευτυχία πέρασε μπροστά από την Αγάπη αλλά και αυτή δεν της έδωσε σημασία.
Ήταν τόσο ευτυχισμένη, που ούτε καν άκουσε την Αγάπη να ζητά βοήθεια. Ξαφνικά
ακούστηκε μια φωνή: «Αγάπη, έλα προς τα εδώ! Θα σε πάρω εγώ μαζί μου!». Ήταν ένας
πολύ ηλικιωμένος κύριος που η Αγάπη δεν γνώριζε, αλλά ήταν γεμάτη από τέτοια
ευγνωμοσύνη, που ξέχασε να ρωτήσει το όνομά του. Όταν έφτασαν στην στεριά ο κύριος
έφυγε και πήγε στο δρόμο του. Η Αγάπη γνωρίζοντας πόσα χρωστούσε στον κύριο που τη
βοήθησε, ρώτησε την Γνώση: «Γνώση, ποιος με βοήθησε»; «Ο Χρόνος» της απάντησε η
Γνώση. «Ο Χρόνος;;» ρώτησε η Αγάπη. «Γιατί με βοήθησε η Χρόνος;» Τότε η Γνώση
χαμογέλασε και με βαθιά σοφία της είπε: «Μόνο ο Χρόνος μπορεί να καταλάβει πόσο
μεγάλη σημασία έχει η Αγάπη».

Μάνος Χατζιδάκης

Ανώνυμος είπε...

Ο Χατζηδάκης ήταν και ευαίσθητος ποιητής. Ας θυμηθούμε ένα τραγούδι του σε δικούς του στίχους:


Το πέλαγο είναι βαθύ

Το πέλαγο είναι βαθύ κι η αγάπη είναι μεγάλη
Έχω ένα πόνο στην ψυχή και ποιος θα μου τον βγάλει

Το πέλαγο είναι γλυκό, χάδι μαζί και δάκρυ
και με κυλάει αφρίζοντας στου ορίζοντα την άκρη

Το πέλαγο είναι παιδί, τρέχει και δεν το φτάνω
Παιδί και στην αγάπη του, που σαν με δει το χάνω

Ανώνυμος είπε...

Το καταπληκτικό τραγούδι που αναρτήσατε είναι σε στίχους Ν. Γκάτσου και το ερμηνεύει η Α΄λίκη Καγιαλόγλου. Αξίζει να γράψουμε το κείμενο:





Ακούστε τώρα την ιστορία του Κεμάλ, ενός νεαρού πρίγκηπα της Ανατολής , απόγονου του Σεβάχ του Θαλασσινού, που πίστευε ότι μπορεί να αλλάξει τον κόσμο. Αλλά πικρές οι βουλές του Αλλάχ και σκοτεινές οι ψυχές των ανθρώπων..


Στης ανατολής τα μέρη μια φορά κι έναν καιρό
ήταν άδειο το κεμέρι, μουχλιασμένο το νερό.
Στη Μοσούλη, στη Βασόρα, στην παλιά τη χουρμαδιά
πικραμένα κλαίνε τώρα της ερήμου τα παιδιά.
Κι ένας νέος από σόι και γενιά βασιλική
αγροικάει το μοιρολόι και τραβάει κατά κει.
Τον κοιτάν οι βεδουίνοι με ματιά λυπητερή
κι όρκο στον Αλλάχ τούς δίνει πως θ’ αλλάξουν οι καιροί.


Σαν ακούσαν οι αρχόντοι του παιδιού την αφοβιά
ξεκινάν με λύκου δόντι και με λιονταριού προβιά.
Απ’ τον Τίγρη στον Ευφράτη κι απ’ τη γη στον ουρανό
κυνηγάν τον αποστάτη, να τον πιάσουν ζωντανό.
Πέφτουν πάνω του τα στίφη σαν ακράτητα σκυλιά
και τον πάνε στο Χαλίφη να τού βάλει τη θηλιά.
Μαύρο μέλι, μαύρο γάλα ήπιε εκείνο το πρωί
πριν αφήσει στην κρεμάλα τη στερνή του την πνοή.


Με δυο γέρικες καμήλες, μ' ένα κόκκινο φαρί
στου παράδεισου τις πύλες ο προφήτης καρτερεί.
Πάνε τώρα χέρι-χέρι κι είναι γύρω συννεφιά,
μα της Δαμασκού τ’ αστέρι τούς κρατούσε συντροφιά.
Σ’ ένα μήνα, σ’ ένα χρόνο βλέπουν μπρος τους τον Αλλάχ
που από τον ψηλό του θρόνο λέει στον άμυαλο Σεβάχ:
"Νικημένο μου ξεφτέρι, δεν αλλάζουν οι καιροί,
με φωτιά και με μαχαίρι πάντα ο κόσμος προχωρεί!"

Καληνύχτα Κεμάλ. Αυτός ο κόσμος δεν θ' αλλάξει ποτέ. Καληνύχτα...

Ανώνυμος είπε...

Κυκλαδίτικο
Μουσική/ Στίχοι: Χατζιδάκις/ Γκάτσος





Στη Μύκονο, στη Σέριφο, στη Σίκινο, στη Μήλο

πετάς κυπαρισσόμηλο κι εγώ πετάω μήλο

Στην Αμοργό, στην Κίμωλο, στη Νιο, στη Σαντορίνη

μου στέλνεις κιτρολέμονο, σου στέλνω μανταρίνι


Παράγγειλα του κύρη σου που πίνει τον καφέ του

να σ’ έχει μαντζουράνα του, να σ’ έχει κατηφέ του

Παράγγειλα της μάνας σου που πλένει στο σκαφίδι

να μη σου λέει πικρόλογα, τι θα την φάει το φίδι


Να δώσει η Μεγαλόχαρη κι η Παναγιά η Κανάλα

να μεγαλώσεις γρήγορα σαν τα κορίτσια τ’ άλλα

Και τ’ Άγιο Λιός ανήμερα στη Νάξο και στην Πάρο

να δώσει η Καλαμιώτισσα, γυναίκα να σε πάρω


Παράγγειλα του κύρη σου που ρίχνει παραγάδι

να ’ρθει να κουβεντιάσουμε την Κυριακή το βράδυ

Παράγγειλα της μάνας σου που μοιάζει με βαρέλι

να σε ποτίζει αφρόγαλο, να σε ταΐζει μέλι