Παρασκευή 19 Ιουνίου 2009

ΑΡΙΣΤΕΡΑ…δεν μάθαμε να κουβεντιάζουμε όμορφα κι απλά.


Όπου υπάρχουν πολλές αλήθειες δεν υπάρχει καμιά αλήθεια.
Όπου υπάρχουν πολλές θρησκείες δεν υπάρχει καμιά θρησκεία.
Όταν υπάρχουν πολλά αριστερά κόμματα δεν υπάρχει αριστερά.

Το ζητούμενο στις σημερινές συνθήκες είναι να προσδιοριστεί η έννοια και το περιεχόμενο της αριστεράς, γιατί κατά δήλωση ή εκ κληρονομιάς στην πολιτική δεν δημιουργούνται αξίες.

Το βέβαιο είναι πως δεν είναι τόσο εύκολο να προσδιορίσει κάποιος το περιεχόμενο μιας αριστεράς στις σημερινές συνθήκες, δεδομένου πως κανείς δεν κουβεντιάζει με τον άλλο. Γιορτάζουμε το Ρίτσο αλλά φροντίζουμε να τον απαξιώνουμε αφού…δεν μάθαμε να κουβεντιάζουμε όμορφα κι απλά.
Λογική συνέπεια είναι να μην υπάρχει διάλογος και με την κοινωνία.

Η αριστερά ή θα δρα και θα αναπαράγεται με τις δυνάμεις της εργασίας ή θα λειτουργεί έξω απ αυτές και πολλές φορές και ενάντιά τους, στο όνομα μιας πολιτικής φαντασίωσης που χάνεται ανάμεσα στα τσιτάτα και τις κοινωνικές ανάγκες, στην ιδεολογική καθαρότητα και σε πρακτικές πολιτικού απομονωτισμού και σε μια ρητορική πρωτοπορία χωρίς κοινωνικές και πολιτικές προτεραιότητες.

Άραγε οι βασικές πολιτικο-οικονομικές ιδέες του προηγούμενου αιώνα χάθηκαν στις συμπαγείς αντιθέσεις της ιστορίας;

Το μέλλον πρέπει και θα έχει τη σφραγίδα της αριστεράς κι αυτό είναι κοινωνική νομοτέλεια.
Όμως για ποια αριστερά μιλάμε……


Στέφανος Ροδινός
srodinos@gmail.com

4 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Η χαμένη ταυτότητα της αριστεράς
Ενα βιβλίο του ιταλού μελετητή Μάρκο Ρεβέλι ασχολείται με τις αξίες και τις ιδέες οι οποίες θεμελιώνουν τις ταυτότητες και τα είδη αριστεράς και δεξιάς που διαμορφώνονται
Ποιες είναι οι αξίες και οι ιδέες που θεμελιώνουν τις ιστορικές ταυτότητες της αριστεράς και της δεξιάς; Πώς άλλαξαν ή εξελίχθηκαν στη διαδρομή του χρόνου; Τι απομένει σήμερα από αυτή την παλιά αντίθεση και σύγκρουση;
Σε αυτά τα ερωτήματα προσπαθεί να απαντήσει ο Μάρκο Ρεβέλι, καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο του Πιεμόντε, με το βιβλίο του «Sinistra Destra. L' identita smarrita» (Laterza, 2007). Το παράδοξο με το οποίο αναμετριέται ο Ρεβέλι είναι το γεγονός ότι, ενώ από τη μια μεριά οι όροι δεξιά κι αριστερά παραμένουν παρόντες στον δημόσιο διάλογο και στην πολιτική πολεμική, από την άλλη μεριά το διανοητικό και πολιτικό τους περίγραμμα έχει γίνει θολό, η ταυτότητά τους γίνεται ασαφής και χάνεται, ενώ μεγαλώνει και επεκτείνεται το λεγόμενο «Κέντρο».
* Η δεξιά και η αριστερά συγκρότησαν τις αντιτιθέμενες ιστορικές τους ταυτότητες με βάση ορισμένα θεμελιώδη γνωρίσματα. Από τη μια μεριά (στην αριστερά) η σημαία της προόδου, το θετικό νόημα που αποδίδεται στο ιστορικό γίγνεσθαι και στη συλλογική πολιτική δράση, η αξία της ισότητας, της αυτοδιεύθυνσης, της δημοκρατίας, η ορθολογική, βουλησιαρχική και προγραμματική προσέγγιση στην πάλη για τον κοινωνικό μετασχηματισμό, η αγάπη για τον ορθό λόγο.
* Από την άλλη (στη δεξιά) η σημαία της συντήρησης, η προσήλωση στην παράδοση, η απόδοση αξίας στις ανισότητες, στην ιεραρχική τάξη, στην ετερονομία, η εχθρότητα απέναντι στον ορθολογισμό, η αγάπη για τον μύθο. Αυτά είναι σε γενικές γραμμές τα δύο υποδείγματα, αν τα εξετάσουμε γενεαλογικά και στατικά. Αυτά τα υποδείγματα, ωστόσο, στη συγκεκριμένη ιστορική τους εξέλιξη γνώρισαν αλληλεπιδράσεις και διασταυρώσεις.

Ανώνυμος είπε...

Εμβαθύνοντας στην έρευνα αυτών των υποδειγμάτων και των σχετικών διασταυρώσεων, ο Ρεβέλι διακρίνει τρεις τύπους δεξιάς και αριστεράς.
*Οι τρεις δεξιές είναι, πρώτον, εκείνη η «παραδοσιακή», που χαρακτηρίζεται από την απόλυτα σταθερή και αδιάλλακτη αντίθεσή της προς την ισότητα και από τον αυταρχισμό.
*Είναι, έπειτα, η «ορλεανική», η οποία διαθέτει αίσθηση της ιστορίας, αλλά φιλοδοξεί να διευθύνει την ιστορική κίνηση προς την κατεύθυνση της συνέχειας, χωρίς ουσιαστικές μεταβολές, ενώ υποτάσσει τον φιλελευθερισμό και ορισμένα στοιχεία δημοκρατίας στην προτεραιότητα της κυριαρχίας των φωτισμένων ελίτ.
Είναι, τέλος, η «βοναπαρτιστική», η ανώμαλη δεξιά, η οποία χρησιμοποιεί την επανάσταση και την καθολική ψήφο εναντίον των κοινοβουλευτικών θεσμών, θέλει τις μάζες εθνικοποιημένες και υποτελείς και επιτίθεται τόσο εναντίον της αριστεράς όσο και εναντίον της άλλης δεξιάς.
* Οι τρεις αριστερές είναι, πρώτον, η φιλελεύθερη και κοινοβουλευτική αριστερά, η οποία αντιλαμβάνεται την ισότητα με «σχετικά περιορισμένο» τρόπο, είναι εχθρός των προνομίων, η επιρροή της εκτείνεται από τα κατώτερα στρώματα ώς την αστική τάξη, είναι ατομικιστική, και αναθέτει την εκπροσώπησή της σε επαγγελματικές και διανοητικές ελίτ.
*Είναι, έπειτα, η δημοκρατική αριστερά, που εκφράζεται αρχικά με το ιακωβίνικο σύνταγμα του 1793. Αυτή υποστηρίζει από θέση αρχής την ενεργό συμμετοχή όλων στην πολιτική ζωή και τείνει να προσλάβει έναν υπερπολιτικό χαρακτήρα εξαιτίας του ρόλου που αναθέτει στην κυβέρνηση των ενάρετων.
*Είναι τέλος η εξισωτική και κοινωνική αριστερά, η οποία, ξεκινώντας από τον Μπαμπέφ και φτάνοντας στον Μαρξ και στον Λένιν, αντιπαραθέτει τους φτωχούς στους πλούσιους, τους εργαζόμενους στους αστούς, επιδιώκει το μεγάλο άλμα από την τυπική στην ουσιαστική ισότητα, την κινητοποίηση των μαζών ενάντια στους εκμεταλλευτές, την κοινή ιδιοκτησία, τον αυτοκαθορισμό του λαού (και μέχρι να γίνει ώριμος για αυτοκυβέρνηση ο λαός, εμπιστεύεται την υπόθεση της διακυβέρνησης στη δικτατορία λίγων και εκλεκτών).
* Μετά τον προσδιορισμό των μεγάλων γενικών τύπων της δεξιάς και της αριστεράς, ο Ρεβέλι μεταφέρει την ανάλυσή του στον σημερινό κόσμο.
Διαπιστώνει έτσι ότι ήδη στα τέλη του εικοστού αιώνα «η συζήτηση περί δεξιάς και αριστεράς υφίσταται μιαν απότομη αλλαγή». Αυτή η ιστορική διάκριση γίνεται τότε θολή και ασαφής. Υπάρχουν, για παράδειγμα, εκείνοι που υποστηρίζουν ότι το οικολογικό κίνημα δεν μπορεί να είναι ούτε δεξιό ούτε αριστερό. Ο Κρίστοφερ Λας παρατηρούσε ότι οι διαφορές μεταξύ δεξιάς και αριστεράς έχουν περιοριστεί σε διαφωνίες για ζητήματα τακτικής.
Ο Αντονι Γκίντενς σημειώνει ότι πολλά προβλήματα του σύγχρονου κόσμου δεν μπορούν να ερμηνευτούν με τις παλιές κατηγορίες σκέψης και ότι, αφού ο σοσιαλισμός απέτυχε ως θεωρία διαχείρισης της οικονομίας, μια από τις κυριότερες διαχωριστικές γραμμές μεταξύ δεξιάς και αριστεράς έχει εκλείψει.
* Το ζήτημα της ταυτότητας της αριστεράς τίθεται με ιδιαίτερη οξύτητα και επειδή έχει αλλάξει βαθιά η ιστορική και κοινωνική πραγματικότητα. Ο Ρεβέλι εξηγεί ότι με την είσοδο στη μεταβιομηχανική εποχή μειώνεται το κοινωνικό και πολιτικό βάρος της εργατικής τάξης και σπάει ο παραδοσιακός δεσμός που συνέδεε το κοινωνικό υποκείμενο με την οργανωμένη πολιτική αριστερά.
* Επιπλέον, με την κρίση του εθνικού κράτους στις συνθήκες της παγκοσμιοποίησης γιγαντώνεται η ισχύς των νέων ολιγαρχιών που ελέγχουν τη βιομηχανία, το χρηματοπιστωτικό σύστημα, τις ροές του κεφαλαίου και τα μέσα μαζικής επικοινωνίας. Περιορίζονται επομένως η κρατική κυριαρχία και η αυτονομία της πολιτικής από την οικονομία. Στο ρευστό πεδίο της παγκόσμιας αγοράς, η αριστερή πολιτική χάνει τα υλικά της ερείσματα και η εξισωτική δυναμική (που είναι η ψυχή της αριστεράς) ανατρέπεται με τη ραγδαία αύξηση των ανισοτήτων.
Το συμπέρασμα του Ρεβέλι δεν εμπνέει αισιοδοξία: «Ο κόσμος που έχουμε μπροστά μας θα είναι αρκετά χειρότερος από εκείνον (τον σκληρό) που έχουμε πίσω μας».

Ανώνυμος είπε...

Τα αδιέξοδα της Αριστεράς


Μέγας ο μύθος της ελληνικής Αριστεράς, από τα χρόνια ακόμη των πρώτων μεγάλων κοινωνικών συγκρούσεων της δεκαετίας του ΄20. Τη συνοδεύει ως τις ημέρες μας. Χιλιάδες τα πρόσωπα, ανιδιοτελή τα περισσότερα, έντιμοι άνθρωποι οι πιο πολλοί, κινούμενοι από αγνά αισθήματα κοινωνικής προσφοράς, διεκδίκησης και συμμετοχής. Από την αρχή, όμως, από την εποχή του ΣΕΚΕ και των σοσιαλιστικών ομίλων, κυρίαρχο ήταν το σπέρμα των ιδεολογικών συγκρούσεων στο εσωτερικό της. Δεν υπάρχει ιστορική περίοδος χωρίς εντάσεις, αντιπαραθέσεις, διαγραφές, διασπάσεις, ακόμη και αιματηρές συγκρούσεις. Και όλα αυτά εν μέσω διώξεων και καταδιώξεων. Στα προπολεμικά χρόνια η διεκδίκηση δεν ήταν αυτονόητη, απαιτούσε προσωπικές θυσίες, σήμαινε κυνηγητά, φυλακίσεις, εξορίες. Από τη δεκετία του ΄30 ο Μανιαδάκης έστελνε μαζικά τους κομμουνιστές και τους αριστερούς στις σκληρές φυλακές της Κέρκυρας, της Ακροναυπλίας και της Αίγινας, εφήρμοζε σκληρές πρακτικές απομόνωσης και απαιτούσε δηλώσεις μετανοίας. Στα ηρωικά χρόνια της Κατοχής ο Αρης Βελουχιώτης, κρατούμενος κι αυτός του μεταξικού καθεστώτος στις φυλακές της Κέρκυρας, συνέλαβε την ιδέα της Εθνικής Αντίστασης και την έκανε πράξη εκτοξεύοντας στα ύψη τον μύθο της Αριστεράς. Εξυψώθηκε τότε η Αριστερά, αναδείχθηκε σε πατριωτική δύναμη, συνδέθηκε με τον λαό, εξέφρασε τις αγωνίες, τους πόθους και τις ελπίδες του.

Η απελευθέρωση βρήκε την Αριστερά ισχυρή αλλά εσωτερικά και πάλι διχασμένη, δογματική και ανέτοιμη.

Μπλέχτηκε και τότε στα αδιέξοδά της, δεν βρήκε το κουράγιο ενός έντιμου συμβιβασμού και οδηγήθηκε ξανά στα βουνά. Ο Εμφύλιος κλόνισε τον μύθο της, ανέδειξε το δόγμα και τις αδυναμίες της. Η ήττα, οι θυσίες, οι εξορίες, η παρανομία κλόνισαν την πολιτική παρουσία της, μετέβαλαν τη φυσιογνωμία και τις πολιτικές στοχεύσεις.

Εκτοτε διακρίνεται ως δύναμη διεκδίκησης και μόνο. Και τέτοια παραμένει ως σήμερα. Παρά τις κατά καιρούς προσπάθειες και ευκαιρίες να δράσει καταλυτικά, να παρέμβει στο παιχνίδι της εξουσίας και να αλλάξει τους συσχετισμούς, δεν τα κατάφερε. Από τη Μεταπολίτευση και δώθε έμεινε στο περιθώριο, να παλεύει με τον ιστορικό ίσκιο της και τα πολλά φαντάσματά της, μεταμορφωμένη άλλοτε σε πεδίο επαναστατικής γυμναστικής και άλλοτε σε λέσχη ατέρμονων συζητήσεων, αναζητήσεων και ανάπτυξης προσωπικών στρατηγικών.

Από το ίδιο σύνδρομο καταδιώκεται και σήμερα. Είχαν ο Συνασπισμός και ο ΣΥΡΙΖΑ τη χρυσή ευκαιρία να διαμορφώσουν πεδίο πρότασης και δημιουργικής δημοκρατικής συμπαράταξης και την έχασαν. Και τώρα συγκρούονται αδυσώπητα για τα κουρέλια που απομένουν. Εχει η Αριστερά ανάγκη από κουλτούρα δημιουργίας και ευθύνης. Αν δεν την αποκτήσει, δεν θα έχει καμία τύχη. Θα ξοδεύεται σε σχήματα ατελή και θα χάνεται σε δωμάτια με καπνούς και ανταγωνισμούς ατέλειωτους.

Αντώνης Καρακούσης | ΤΟ ΒΗΜΑ, 20 Ιουνίου 2009

Ανώνυμος είπε...

Ο Ρεβέλι λέει κάτι για τον Λεόντιο παιδιά? Πολύ θα ήθελα να μάθω