Παρασκευή 7 Μαΐου 2010

Φταίνε οι άλλοι και όχι το κακό μας το κεφάλι;


- Αφού αδιαφορήσαμε δεκαετίες στις κυβερνητικές κραιπάλες, στα ρουσφέτια και στις μαγκιές της αρπαχτής,

- Αφού δεν ψυλλιαστήκαμε τίποτα από τα χαϊδέματα των αφτιών και τους λαϊκισμούς,

- Αφού ακόμα κι αυτοί που διατείνονται πως γνωρίζουν τι σημαίνει καπιταλισμός, θεωρούσαν ότι η ελεγχόμενη αύξηση της ζήτησης, έστω και με υπερδανεισμό, είναι δήθεν αποτέλεσμα αγωνιστικών καταχτήσεων, ενώ πρόκειται για κλασική συνταγή του τραπεζικού κεφαλαίου για την υποταγή πολιτών και κρατών μέσω της ανάγκης για δανεισμό,

- Αφού ως αγράμματοι απαξιώσαμε τη γνώση, γιατί πάνω απ όλα πιστεύαμε, όχι μόνο οι αριστεροί, πως νόμος είναι το δίκηο του εργάτη,

- Αφού η λεγόμενη προοδευτική διανόηση διολίσθησε στο βόλεμα του λαϊκισμού και διαπίστωσε πως έτσι εξασφαλίζει την «έδρα» και συγκαλύπτει την επιστημονική της ανεπάρκεια,

- Αφού στηρίξαμε και οικοδομήθηκε ένα κομματικό-πολιτικό σύστημα που ποτέ δεν μας είπε ποια Ελλάδα θέλει και πως θα γίνει αυτό, ίσως δεν θέλαμε και να το ακούσουμε,

Έντρομοι και αγουροξυπνημένοι, μόλις ήρθε ο λογαριασμός, βρήκαμε τη γνωστή και εύκολη, πλην όμως πολιτικά ηλήθια, απάντηση, φταίνε οι άλλοι, φταίνε οι ξένοι και έτσι όλοι πολίτες και κόμματα αναζητούμε λύσεις με τα ίδια, αλλά τώρα πλέον σκουριασμένα, υλικά που μας οδήγησαν στο πρόβλημα.

Είναι δυνατόν;

Κι όμως έτσι θα πορευτούμε, δεν είναι γνωστό για πόσο χρονικό διάστημα, και το αποτέλεσμα είναι προβλέψιμο:

- Με το ΠΑΣΟΚ σαν να γεννήθηκε με καισαρική και σαν να μην έχει κυβερνήσει μέχρι σήμερα.

- Με τη Νέα Δημοκρατία, σαν να μην ήταν κυβέρνηση μέχρι χθες και έχει την κύρια ευθύνη που οξύνθηκαν τα προβλήματα.

- Με το ΚΚΕ και ΣΥΡΙΖΑ να προσδοκούν αφελώς πως θα κερδίσουν μικροκομματικά, μέσα από την εξαθλίωση των δυνάμεων της εργασίας.

Κι όμως διαθέταμε το μεγαλύτερο διαπραγματευτικό πλεονέκτημα, που ήταν η φωτιά του τεράστιου χρέους που είχαμε στα χέρια μας και θα μπορούσε να καταστρέψει την καρδιά του παγκόσμιου καπιταλιστικού οικοδομήματος που είναι οι μεγάλες τράπεζες. Δηλοί και άβουλοι κυβέρνηση και αντιπολίτευση.

Παρ’ όλ΄αυτά υποταχθήκαμε στις ορέξεις των αγορών «τραπεζών» γιατί απλά δεν έχουμε την πολιτική ωριμότητα να κουβεντιάζουμε ούτε τα αυτονόητα.
Να το πούμε καθαρά, έχουμε πολιτικές ηγεσίες επιεικώς ανεπαρκείς.

Η πολιτική μας φτώχια και κατάντια φτάνει στο σημείο μέρα μεσημέρι να μην μπορούν τα κόμματα να συμφωνήσουν πως είναι πράγματι μεσημέρι! Μπορούν να συμφωνήσουν σε κάτι άλλο;

Κι εσείς σύντροφοι της λεγόμενης Αριστεράς, που εξαντλείτε την ταξική σας καθαρότητα στις χωριστές κινητοποιήσεις, πως κρίνετε σήμερα το κάλεσμα του Ζαχαριάδη στους κουμμουνιστές, που σημειωτέον ήταν στις φυλακές από το δικτάτορα Μεταξά, να πολεμήσουνε τους εισβολείς δίπλα δίπλα με το στρατό του Μεταξά; Εθνικός κίνδυνος υπήρχε τότε και το ίδιο υπάρχει και σήμερα!!!


Τώρα το δίλλημα που μπαίνει είναι αμείλικτο, χρεοκοπία ή υποταγή, αφού δεν έχουμε ούτε πολιτική κουλτούρα και φυσικά ούτε προτάσεις για να αντιπαρατεθούμε και αντισταθούμε.

Δεδομένου ότι η παραδοσιακή και μοναδική μας πολιτική κουλτούρα ανάγεται στην εποχή του Βυζαντίου και συμπυκνώνεται στο «έχει ο θεός», με αποτέλεσμα να δαιμονοποιούμε κάθε ορθολογισμό,

είναι βέβαιο πως το κενό αυτό θα το καλύψουν άλλοι
και θα λέμε, αυτοί θα φταίνε και όχι το κακό μας το κεφάλι.

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Η ουτοπία ,η ανεφάρμοστη θεωρεία, η υποτίμηση των πραγματικών δεδομένων και δυνατοτήτων, και η εμμονή ότι η αιτία και το αποτέλεσμα μπορεί να συμπορευθούν δεν είναι αριστερή ματιά. Σχετικά με τον παραλληλισμό: «Εθνικός κίνδυνος υπήρχε τότε και το ίδιο υπάρχει και σήμερα!!!» είναι ατυχέστατος.
Το ίδιο ατυχέστατη και η αλλάγή πλεύσης. Άλλαξε κάτι και δεν το ξέρουμε ;

Ανώνυμος είπε...

Κώστα Βάρναλη
Οι μοιραίοι

(Απόσπασμα)



― Φταίει το ζαβό το ριζικό μας!
― Φταίει ο Θεός που μας μισεί!
― Φταίει το κεφάλι το κακό μας!
― Φταίει πρώτ' απ' όλα το κρασί!
Ποιος φταίει; ποιος φταίει; Kανένα στόμα
δεν τό βρε και δεν τό πε ακόμα.

Έτσι στη σκοτεινή ταβέρνα
πίνουμε πάντα μας σκυφτοί.
Σαν τα σκουλήκια, κάθε φτέρνα
όπου μας έβρει μας πατεί.
Δειλοί, μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα,
προσμένουμε, ίσως, κάποιο θάμα!