Τετάρτη 25 Νοεμβρίου 2009

H κρίση αντιπροσώπευσης της αστικής τάξης


Προαναγγείλαμε αυτό το άρθρο, όχι για άλλο λόγο, αλλά για να καλλιεργήσουμε προσδοκίες προβληματισμού σ ένα περιβάλλον που καλλιεργεί κλίμα μη σκεπτόμενων πολιτών.

Νομίζουμε πως έχει γίνει φανερό, είτε μας βολεύει είτε όχι, ότι στοχεύουμε, με καλά ή όχι πολλές φορές αποτελέσματα, στην ανάδειξη της κριτικής σκέψης.



Η Δεξιά

Η εγχώρια Δεξιά σφυρηλατήθηκε ως κόμμα – κράτος – παρακράτος κατά τη διάρκεια των δύο εμφύλιων πολέμων της δεκαετίας ’40 και τις αντιδραστικές δεκαετίες ’50 και ’60 που τους διαδέχτηκαν.


Την περίοδο αυτή, το πάνω χέρι στη σχέση κράτους – αστικής τάξης το είχε ο συνασπισμός κόμματος – κράτους – παρακράτους: ο καπιταλισμός υπήρχε χάριν του κράτους και της κυβερνητικής διεύθυνσής του.


Η μοιραία κατάληξη αυτής της άνισης σχέσης ήταν η στρατιωτική δικτατορία του ’67. Το κράτος δεν είχε εμπιστοσύνη ότι η αστική τάξη θα μπορούσε να διαχειριστεί πολιτικά με επιτυχία τη σύναψη του ιστορικά αναγκαίου μετεμφυλιακού διαταξικού κοινωνικού συμβιβασμού.
Το πόσο κοινωνικά σαθρή ήταν η σκοπιμότητά της δικτατορίας το απέδειξε η ίδια η διάρκειά της: διήρκησε 7 περίπου χρόνια, δηλαδή λιγότερο από δυο διαδοχικές κοινοβουλευτικές περιόδους.

Η μεταπολίτευση ήταν πρώτα και κύρια ο εκδημοκρατισμός του κράτους. Η Νέα Δημοκρατία που τότε ιδρύθηκε πάλεψε με νύχια και με δόντια για να περισώσει ότι μπορούσε από το εμφυλιακό, μετεμφυλιακό και δικτατορικό κρατικοκεντρικό σύστημα εξουσίας. Ο ίδιος ο ιδρυτής της, ο Κ. Καραμανλής κατηγορήθηκε από την αστική τάξη για «σοσιαλμανία».


Η άνοδος του ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση το 1981 αποδόμησε το μεταπολεμικό σύστημα εξουσίας αλλά δεν ανέδειξε, όπως υποσχόταν, τους «μη προνομιούχους Έλληνες» στην εξουσία. Απεναντίας απέτρεψε την μεταπολιτευτική υπέρβαση του καπιταλισμού με την αρχική άσκηση πολιτικών ευρείας κοινωνικής αναδιανομής και δικαιοσύνης καθώς και με την κρατική ενσωμάτωση των συνδικαλιστικών ηγεσιών. Και ο κρατισμός μετασχηματίστηκε σύντομα σε κοινωνικό και σοσιαλιστικό. Πάλι την πρωτοκαθεδρία την είχε το κόμμα – κράτος αλλά έναντι των εργαζόμενων αυτή τη φορά.


Η κατάρρευση της ΕΣΣΔ και των υπόλοιπων ευρασιατικών γραφειοκρατικών καθεστώτων το 1989 – 1993 εκμηδένισε πλήρως κάθε άμεσο προλεταριακό ταξικό κίνδυνο για τον καπιταλισμό.


Στο πλαίσιο αυτό, ο «σοσιαλισμός» έγινε απλώς η φιλάνθρωπη εκδοχή του καπιταλισμού. Ο σημιτικός εκσυγχρονισμός οδήγησε τη χώρα στην ένταξη στο ευρωπαϊκό ιμπεριαλιστικό μπλοκ (ως οικονομικά καθυστερημένη περιφέρειά του). Η εισαγωγή του ευρώ το 2002 ολοκλήρωσε την ιμπεριαλιστική ενσωμάτωση της χώρας και την ουσιαστική καπιταλιστικοποίηση της οικονομίας.


Οι σχέσεις αστικής τάξης (που τώρα περιλαμβάνει στις γραμμές της τυπικά και την ευρωπαϊκή) – κράτους αλλάζουν υπέρ της αστικής τάξης και σε βάρος του κράτους. Το όριο σ’ αυτή την αλλαγή δίνεται από την κατάργηση του φόρου κληρονομιών: η διαχρονική αναπαραγωγή του καπιταλισμού γίνεται … αποκλειστικά ιδιωτική υπόθεση!

Η Νέα Δημοκρατία εξέφρασε τη νέα δυναμική που απέρρεε από την αλλαγή των συσχετισμών δύναμης ανάμεσα στο κράτος και την αστική τάξη. Επανεμφανίστηκε ως το κόμμα που θα απάλλασσε την κοινωνία από τα δεσμά του κομματικού κράτους.


Αντι γι’ αυτό, στην πράξη επεχείρησε να ανανεώσει το κράτος – κόμμα κρυφά, υποκριτικά, στο περιθώριο της κοινωνίας αυτή τη φορά. Η μοιραία κατάληξη της κυβέρνησης ήταν η αποσύνθεσή της. Η κρίση που ξεκίνησε (τυπικά) τον Αύγουστο 2008 επέβαλλε την ταχεία έξωσή της από την εξουσία και αυτό έγινε αστραπιαία χωρίς να ανοίξει ρουθούνι.


Η παράδοση της διακυβέρνησης στο ΠΑΣΟΚ


Ο αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας Κ. Καραμανλής αποφάσισε την προσφυγή σε πρόωρες εκλογές τις οποίες ήταν προδιαγραμμένο να χάσει. Η πράξη αυτή ισοδυναμούσε συνεπώς με οικειοθελή παράδοση της διακυβέρνησης στο ΠΑΣΟΚ.


Οι ψηφοφόροι της ΝΔ αντελήφθησαν τη συντελούμενη μεταβίβαση της εξουσίας στον αντίπαλο και αρνήθηκαν να νομιμοποιήσουν την παράδοση: 300.000 από τους ψηφοφόρους της ΝΔ το 2007 (το 10% της εκλογικής δύναμής της το 2007) δεν προσήλθαν στις κάλπες το 2009. Το αποτέλεσμα ήταν ο θρίαμβος του ΠΑΣΟΚ και η συντριβή της ΝΔ με διαφορά 10,44 εκατοστιαίων μονάδων (716.000 ψήφων). Το ΠΑΣΟΚ σχημάτισε, φυσικά, αυτοδύναμη κυβέρνηση 160 εδρών.


Γιατί, λοιπόν, η αστική τάξη παρέδωσε μέσω του Καραμανλή την διακυβέρνηση στους Σοσιαλιστές;


Ο λόγος είναι μάλλον απλός. Η κρίση ξεπέρασε σε χρονική διάρκεια και βάθος τις προβλέψεις και τις ψυχολογικές αντοχές του συστήματος. Από την αρχική πρόβλεψη για μια διάρκεια 2 τριμήνων, η κρίση είχε ξεπεράσει τα 4 τρίμηνα δίχως να έχει ακόμα σταθεροποιηθεί η παγκόσμια οικονομία.


Στην Ελλάδα, ειδικότερα, η κρίση στην πραγματική οικονομία προβλεπόταν ότι θα άρχιζε να επιταχύνεται το φθινόπωρο – χειμώνα του 2009 (μετά τη λήξη δηλαδή της καλοκαιρινής τουριστικής περιόδου).


Ήταν, συνεπώς, ο φόβος της αστικής τάξης μπροστά στις κοινωνικές επιπτώσεις της κρίσης σε συνδυασμό με την πολιτική αναξιοπιστία της Νέας Δημοκρατίας και την ταξική αφερεγγυότητα της Δεξιάς οι λόγοι που την ώθησαν στην εξιλαστήρια για το καπιταλιστικό σύστημα θυσία – αυτοκτονία του Καραμανλή.


Με άλλα λόγια, το ΠΑΣΟΚ κλήθηκε στη διακυβέρνηση για να κερδηθεί χρόνος (σχηματισμός νέας κυβέρνησης, διαμόρφωση νέων πολιτικών, περίοδος χάριτος, κλπ, κλπ) για να έρθει η ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας (άρα να σχηματιστεί και μια ορατή αναπτυξιακή διέξοδος για την ελληνική οικονομία) προτού προλάβει να μορφοποιηθεί ένα αντικυβερνητικό διεκδικητικό κίνημα κοινωνικής κλίμακας.


Η νέα κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ θα ανανεώσει για μια πρώτη περίοδο την εμπιστοσύνη της κοινωνίας στην κρατική επίλυση / διαχείριση των προβλημάτων της και, επομένως, θα καταπραΰνει τις αντιδράσεις της. Εξυπακούεται, ωστόσο, ότι δίχως τη συμμετοχή της κοινωνίας, η (βοναπαρτιστική) επίλυση των προβλημάτων της θα είναι περιορισμένης αποδοτικότητας και κλίμακας.


Η αποσύνθεση της Δεξιάς


Ο προεκλογικός αγώνας για τη διαδοχή του Κ. Καραμανλή του νεώτερου επιτρέπει τον σχεδόν εργαστηριακό προσδιορισμό των πολιτικών συνιστωσών της Δεξιάς.


Η Φιλελεύθερη Δεξιά εκφράζει τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου, εγχώριου και ξένου. Θέλει ιδιωτικοποιήσεις, εκποιήσεις δημόσιων περιουσιακών στοιχείων, συμπράξεις του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, ελαχιστοποίηση της φορολογίας στα κέρδη και τα μερίσματα, κατάργηση του φόρου των κληρονομιών.


Θέλει ελαστική απασχόληση και περιορισμένα εργασιακά δικαιώματα και όλα αυτά για τη μεγιστοποίηση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας. Ο ακραίος φιλελευθερισμός αντιλαμβάνεται την ανεργία ως τεμπελιά.


Η Κοινωνική Δεξιά περιορίζει τις ταξικά επικίνδυνες συνεπαγωγές του Φιλελευθερισμού. Τον περιορίζει, λοιπόν, κατά περίπτωση, συγκυρία και εποχή με τη δράση ενός κοινωνικού κράτους που δεν είναι, ωστόσο, ούτε σπάταλο, ούτε πελατειακά ιδιοτελές αλλά αποτελεσματικό.


Το αποτελεσματικό και κοινωνικά ευαίσθητο κράτος είναι το κεντρικό σύνθημα της Κοινωνικής Δεξιάς. Εξυπακούεται ότι η Κοινωνική Δεξιά διαμοιράζεται με το ΠΑΣΟΚ ένα κοινό τμήμα της ίδιας κοινωνικής βάσης. Επομένως, υπάρχει συνεχής μετατόπιση κομματικών προτιμήσεων.


Στον ενδογενή κοσμοπολιτισμό της Φιλελεύθερης Δεξιάς και στο περιορισμένο κοινωνικό κράτος της Κοινωνικής Δεξιάς, η Λαϊκή Δεξιά αντιτάσσει το ισχυρό κοινωνικό κράτος.


Η ίδια η ισχύς του κράτους επαυξάνεται εφόσον αναδεικνύονται οι τελικές συνιστώσες της: το έθνος και η θρησκεία ως προσδιοριστικά συστατικά της ελληνικότητας. Εξυπακούεται ότι η Λαϊκή Δεξιά διαμοιράζεται με το ΛΑΟΣ την ίδια κοινωνική βάση. Επομένως, υπάρχει συνεχής μετατόπιση κομματικών προτιμήσεων.


Εάν, τώρα, αφαιρεθεί η θρησκευτική συνιστώσα και παράλληλα μεγεθυνθεί η εσωτερική ταξική αναδιανομή υπέρ της μικροαστικού στρώματος και σε βάρος του μεγαλοαστικού στρώματος (αντικαπιταλισμός), τότε προκύπτει η Άκρα Δεξιά [που για να γίνει εθνικοσοσιαλιστική απαιτείται ακόμα η συνιστώσα της στρατιωτικής επέκτασης στο εξωτερικό (Βόρεια Ήπειρος, Σκόπια, Κωνσταντινούπολη)].


Οι πολιτικές εξόδου από την κρίση


Την εποχή του ευρώ, η κρίση -σε συνδυασμό με τον δύσκολα μακροοικονομικά διαχειρίσιμο κρατικό δανεισμό και τα συνεχή δημοσιονομικά ελλείμματα- δεν δίνει πολλά περιθώρια άσκησης εναλλακτικών οικονομικών πολιτικών.


Οι κεντρικές εναλλακτικές πολιτικές είναι δύο:


α) ιδιωτικοποιήσεις κρατικών επιχειρήσεων, εκποιήσεις δημόσιων περιουσιακών στοιχείων και δημόσια έργα μέσω των συμπράξεων ιδιωτικού και δημόσιου τομέα.


β) αύξηση της φορολογίας συναλλαγών (ΦΠΑ), εισοδήματος, περιουσίας και κληρονομιών.


Οι πολιτικές γ) μείωσης των δαπανών (στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και οι αμυντικές δαπάνες καθώς και οι επιχορηγήσεις των επενδύσεων) και πάταξης της φοροδιαφυγής δεν αποτελούν αυτοτελείς πολιτικές αλλά συμπληρωματικά προσαρτήματα των δύο κεντρικών εναλλακτικών πολιτικών επειδή δεν παράγουν από μόνες τους επαρκή αποτελέσματα.

Αυτό, βεβαίως, δεν σημαίνει ότι είναι ευκαταφρόνητες. Πάντως, η μείωση των δαπανών πλήττει τους μισθωτούς στο δημόσιο τομέα, τους μικρομεσαίους επενδυτές και προμηθευτές του δημοσίου καθώς και ορισμένους μεγάλους προμηθευτές αμυντικού εξοπλισμού.


Η αστική τάξη στη συντριπτική της πλειονότητα και σ’ όλες τις διαμορφώσεις της (μικρή, μεσαία, μεγάλη αλλά εκτός από τους μικρομεσαίους προμηθευτές του Δημοσίου) προτιμάει την ιδιωτικοποίηση και την εκποίησης της δημόσιας περιουσίας έναντι της αύξησης της άμεσης φορολογίας.


Την πολιτική ιδιωτικοποιήσεων και εκποίησης δημόσιων περιουσιακών στοιχείων προκρίνει και υποστηρίζει, προφανώς, η ΕΕ. Από οικονομική άποψη οι μέχρι τώρα μεταβιβαστικές πληρωμές που η ΕΟΚ / ΕΕ έχει κάνει προς τη χώρα κεφαλαιοποιούνται και εκκαθαρίζονται συμψηφιστικά μέσω της πώλησης τόσο των οικονομικών δομών της όσο και της ίδιας της χώρας. Το αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας είναι ότι η χώρα θα μετασχηματιστεί σε εξαρτημένη καθυστερημένη περιφέρεια του ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού.


Απεναντίας, η αύξηση της άμεσης φορολογίας θα πλήξει πρώτα και κύρια τη μεσαία αστική τάξη η οποία, απ’ ότι διαπιστώθηκε μετακινείται με μεγάλη ευκολία ανάμεσα στη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ. Το ίδιο θα συμβεί και με την ενδεχόμενη πάταξη της φοροδιαφυγής που πάλι αφορά, κυρίως, το μεσαία αστική τάξη και ένα τμήμα της μικροαστικής και της αυτοαπασχολούμενης ειδικευμένης εργασίας που είναι κι’ αυτό συμφεροντολογικά μετακινούμενο ανάμεσα στη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ.


Ταξικά συμφέροντα και πολιτική αντιπροσώπευση


Η κρίση της Νέας Δημοκρατίας με κορυφαία στιγμή την εγκατάλειψη της κυβερνητικής εξουσίας είναι κρίση πολιτικής αντιπροσώπευσης της αστικής τάξης. Υπό το πρίσμα αυτό, η Νέα Δημοκρατία δεν είναι άλλο πια «κόμμα» αλλά «πολιτικός χώρος», κάτι ανάλογο με το ΣΥΡΙΖΑ. Δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι οι διαστρωματώσεις και ομαδοποιήσεις συμφερόντων της αστικής τάξης μπορούν να συνεχίσουν να συστεγάζονται υπό την κομματική ταμπέλα της Νέας Δημοκρατίας. Στην τρέχουσα περίοδο κρίσης η διαχείριση της κυβερνητικής εξουσίας από την αστική τάξη μέσω της ΝΔ σίγουρα έχει περισσότερα μειονεκτήματα παρά πλεονεκτήματα.


Η νέα εποχή στις σχέσεις της αστικής τάξης με την πολιτική αντιπροσώπευσή της υποστασιοποιείται με μαθηματική ομορφιά από τη δήλωση του Βγενόπουλου ότι θα σύρει την Υπουργό Εξωτερικών της τελευταίας κυβέρνησης της ΝΔ Μπακογιάννη στα δικαστήρια για συκοφαντική δυσφήμιση με αφορμή το ζήτημα των άγονων αεροπορικών γραμμών. Υπενθυμίζεται, ότι προηγουμένως ο Βγενόπουλος είχε ήδη απειλήσει με μήνυση τον Πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ Παπανδρέου.


Και για να μην έχουμε την παραμικρή αυταπάτη: η κάθε κυβέρνηση στην Ελλάδα είναι όμηρος των τραπεζών, των μετόχων τους και των εταίρων τους στην Ευρώπη, την Αμερική και τη Μέση Ανατολή για την τη χρηματοδότηση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων και την αναχρηματοδότηση του δημόσιου χρέους.

Μόλις δέκα μέρες μετά την εκλογή της νέας κυβέρνησης, ο μικρός οίκος αξιολόγησης Fitch έστειλε το μήνυμα του καπιταλισμού στη νέα κυβέρνηση: υποβάθμισε κατά μία τάξη την πιστοληπτική φερεγγυότητα της χώρας. Αυτόματα, τα επιτόκια δανεισμού της χώρας αυξήθηκαν και η τρέχουσα τιμή των χρεογράφων της μειώθηκε.

Ο σοσιαλισμός, εδώ και τώρα, είναι συνεπώς μονόδρομος για την αναπτυξιακή έξοδο από την κρίση του καπιταλισμού.


Κώστας Λαμπρόπουλος,

4 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Καλή είναι η ανάλυση αλλά για πες μας και κάτι από την πραγματική πολιτική: γιατί ο Γιωργάκης ήταν ανέτοιμος να κυβερνήσει. Γιατί φτάσαμε στα πρόθυρα της χρεωκοπίας. Ήξερε κι αυτός την κατάσταση και παρ' όλα αυτά έλεγε οτι υπάρχουν λεφτά. Γιατί υπάρχει αυτό το αλαλούμ παντού: τη μια μέρα μιλάνε για τη μη αύξηση σε μισθούς 2000 ευρώ και την άλλη λένε οτι εννούσαν βασικό μισθό. Η υπουργός Παιδείας λέει οτι καταργείται η βάση του 10 και ο υφυπουργός λέει όχι. Έχουνε χάσει το μπούσουλα.
Υπάρχει πράγματι κρίση αντιπροσώπευσης ΓΕΝΙΚΑ και μια απαξίωση της πολιτικής που οφείλεται κυρίως στην ανεπάρκεια και την απαξίωση των πολιτικών. Ανθρωπάκια και κινούμενα σχέδια στα χέρια του Μπαρόζο και του Τρισέ κι ας κάνει τον πολιτικό παλικαρά ο Παπουτσής. Ποντίκι που βρυχάται, εδώ που κατάντησαν όλοι τους τη χώρα.

Ανώνυμος είπε...

Τα μηνύματα από την κυβέρνηση είναι αντιφατικά. Από τη μία η χώρα είναι στην εντατική, από την άλλη αποσύρεται το πάγωμα των μισθών. Από τη μία η «μαύρη τρύπα» των Ταμείων καθιστά αβέβαιες τις συντάξεις, από την άλλη κινδυνολογούν όσοι μιλούν για δύσκολες λύσεις.
Από τη μία ζει το τέρας της φοροδιαφυγής, από την άλλη καταβάλλεται κάθε δυνατή προσπάθεια να μη διαταραχθεί το κλίμα στην αγορά. Ολοι κοιτούν στο Μέγαρο Μαξίμου και περιμένουν το σήμα από τον Γ. Παπανδρέου. «Πού πάμε, πώς και μέχρι πού», είναι τα ερωτήματα που περιμένουν απαντήσεις.

Ανώνυμος είπε...

Θ. Πάγκαλος «έπρεπε το οικονομικό επιτελείο να είναι καλύτερα διαβασμένο».

Ανώνυμος είπε...

Συμφωνώ απόλυτα με την ανάλυση. Έτσι ερμηνεύονται πιθανά και οι εξελίξεις στη ΝΔ μέχρι την πιθανή διάσπαση. Επίσης και οι παλινωδίες του ΠΑΣΟΚ.
Συνεχίστε.