Παρασκευή 25 Δεκεμβρίου 2009
Χριστούγεννα πρωτούγεννα, πρώτη γιορτή του χρόνου…
Το Δωδεκαήμερο των Χριστουγέννων
Το Δωδεκαήμερο των Χριστουγέννων αντικατέστησε πιθανότατα αρχαιοελληνικές ή ρωμαϊκές γιορτές, συνδεδεμένες με τις χειμερινές τροπές του ήλιου.
Έτσι, χριστιανικές γιορτές (Γέννηση του Χριστού, Αγίου Βασιλείου, Θεοφάνια) έχουν διατηρήσει λαϊκές ειδωλολατρικές συνήθειες που αποσκοπούσαν στον εξευμενισμό δαιμονικών όντων και στην ευετηρία (καλοχρονιά), στο πέρασμα κυρίως από τον ένα χρόνο στον άλλο.
Βλαπτικά πνεύματα, οι Καλικάντζαροι, πίστευαν ότι κυκλοφορούν το Δωδεκαήμερο και ενοχλούν τους ανθρώπους. Φεύγουν την παραμονή των Φώτων, όταν ανοίγουν οι ουρανοί, η θάλασσα γλυκαίνει, οι άνεμοι ημερεύουν, ακόμη και τα ζώα μιλούν. Σήμερα πια είναι φανταστικά όντα που διασκεδάζουν παιδιά και μεγάλους.
Κύριο χαρακτηριστικό των ημερών αυτών ήταν και εξακολουθούν να είναι οι αγερμοί (κάλαντα), οι μεταμφιέσεις, οι προληπτικές ενέργειες για την καλοχρονιά κ.ά.
Το μάντεμα της Τύχης, την Πρωτοχρονιά, και οι ευχές για καλή υγεία και προκοπή πάντοτε επιθυμητά αντικατοπτρίζονται στα περισσότερα έθιμα της ημέρας, πολλά από τα οποία εξακολουθούν να τηρούνται και σήμερα (το νόμισμα ή άλλο σημάδι της βασιλόπιτας, φύλλα ελιάς στο τζάκι, χαρτοπαίγνιο κ.ά.).
Έπαιρναν αμίλητοι νερό από τη βρύση για να ραντίσουν το σπίτι και τα μέλη της οικογένειας. Στην πόρτα κρεμούσαν αγριοκρεμμύδα (ασκελετούρα, σκιλλοκρέμμυδο, μπότσικας) την ευρωστία του οποίου επιδιώκουν να μεταδώσουν στα μέλη της οικογένειας. Το έθιμο τείνει να γίνει πανελλήνιο.
Στην περιοχή Κοζάνης, στην Ηπειρο και αλλού τα παιδιά έλεγαν τα κάλαντα την παραμονή των Χριστουγέννων κρατώντας την τζομπανίκα, για να χτυπούν τις πόρτες και ένα τορβά για τα δώρα. Στη Μακεδονία μαγείρευαν σαρμάδες (ντολμαδάκια) με λάχανο και κρέας χοιρινό με σέλινο, πράσο ή σπανάκι, ενώ σε άλλες περιοχές έσφαζαν κότα και έφτιαχναν σούπα. Η γαλοπούλα είναι νεότερη συνήθεια στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι.
Παλαιότερα την παραμονή των Χριστουγέννων έσφαζαν οικόσιτο χοίρο.
Με δεδομένο ότι ο χρόνος στον παραδοσιακό, αγροτικό κυρίως, χώρο είναι συνδεδεμένος με τον καιρό και τις αγροτικές ασχολίες, το εορταστικό Δωδεκαήμερο, στην καρδιά του χειμώνα, αποτελούσε ευκαιρία για ανάπαυλα από τις αγροτικές εργασίες, τα ταξίδια στη θάλασσα και συγκέντρωνε τα μέλη της οικογένειας γύρω από το κοινό τραπέζι, όπου έτρωγαν και έκοβαν συμβολικά το στολισμένο χριστόψωμο ή τη βασιλόπιτα.
Τα περισσότερα από τα αγροτικά έθιμα έχουν εκλείψει, επειδή έλειψαν και οι λόγοι που τα υπαγόρευαν. Η δεισιδαιμονική σκέψη του απλού ανθρώπου έδωσε τη θέση της στην επιστημονική γνώση. Όσα από τα έθιμα διατηρούνται ακόμη έχουν απολέσει τον συχνά μαγικοθρησκευτικό τους χαρακτήρα, ο οποίος εμπεριείχε και τον σεβασμό στη φύση και τα στοιχεία της (νερό, γη, ζώα, φυτά). Στη θέση τους μπήκαν συνήθειες με κοινωνικό και συμβολικό χαρακτήρα (ρεβεγιόν, χαρτοπαιξία, γούρια κ.λπ.).
Της Αικατερινης Πολυμερου- Καμηλακη*
* Η Αικατερίνη Πολυμέρου-Καμηλάκη είναι διευθύντρια του Κέντρου Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών.
Τα εορταστικά έθιμα και η λειτουργία τους
Tα έθιμα των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς εντάσσονται στα λεγόμενα «διαβατήρια έθιμα» ή «έθιμα διάβασης», που πήραν αυτή την ονομασία επειδή σηματοδοτούν το «πέρασμα» από μια κατάσταση σε μια άλλη και συνδέονται με αλλαγές είτε στο επίπεδο του χρόνου, είτε του χώρου, είτε του βιολογικού ή κοινωνικού status του ανθρώπου.
Όπως και άλλα έθιμα, λ.χ. της γέννησης, του γάμου ή του θανάτου, έτσι και τα έθιμα των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς διαθέτουν έναν ισχυρό συμβολικό χαρακτήρα.
Ο σπουδαίος Γάλλος κοινωνιολόγος, Εmile Durkheim, αναφερόμενος στη λειτουργία και στο ρόλο που διαδραματίζουν γενικότερα τα έθιμα και οι τελετουργίες μίλησε για συμβολικά συστήματα που λειτουργούν ως μηχανισμοί που συνέχουν τα άτομα μιας κοινωνίας μεταξύ τους υποβάλλοντας κοινά συναισθήματα. Τα διαβατήρια έθιμα καθιστούν συνειδητές τις αλλαγές που συντελούνται στη ζωή.
Έτσι, αν δεν υπήρχαν τα έθιμα της Πρωτοχρονιάς δεν θα συνειδητοποιούσαμε την αλλαγή του χρόνου την 1η Ιανουαρίου και τις εποχικές συνδηλώσεις της, ούτε θα συμμεριζόμασταν κοινά συναισθήματα και πεποιθήσεις για το συγκεκριμένο φαινόμενο με τα άτομα της κοινωνικής ομάδας στην οποία ανήκουμε (πβ. την διαφορετική χρονικά αλλαγή χρόνου και τις συνδηλώσεις της λ.χ. στους Κινέζους).
Βέβαια, στις παλαιότερες παραδοσιακές κοινωνίες ο εορταστικός βίος είχε πολύ μεγαλύτερη παρουσία από ό,τι στις σύγχρονες.
Οι κοινωνικές αλλαγές που συντελέστηκαν τα τελευταία χρόνια, η εύκολη διαπολιτισμική επικοινωνία μεταξύ των λαών, οι αλλαγές που επέφερε η τεχνολογία στη ζωή του ανθρώπου και η υιοθέτηση ενός κοινού, τουλάχιστον για τον δυτικό κόσμο, πολιτισμού που βασίζεται στον ορθολογισμό και δεν επιτρέπει τρόπους απόδρασης από τον καθημερινό μόχθο, έχουν καταστήσει ανενεργά πολλά παλαιά έθιμα που διαφοροποιούσαν τον έναν πολιτισμό από τον άλλο και, αναμφίβολα, προσέθεταν μια θεατρικότητα στη ζωή και μια ευεργετική ωραιοποίησή της, έστω και αν αυτή ήταν προσωρινή.
Ωστόσο, με κίνδυνο να χαρακτηριστώ επίορκος λαογράφος, θα έλεγα ότι η ακύρωση πολλών παλαιών εθίμων ήταν αναμενόμενο να συμβεί, εφόσον άλλαξαν οι κοινωνικές συνθήκες που τα δημιούργησαν.
Οι κοινωνίες των ανθρώπων μεταβάλλονται με τον χρόνο, πράγμα όχι μόνο αναπόφευκτο αλλά και ώς ένα βαθμό επιβεβλημένο για την επιβίωσή τους.
Από την άποψη αυτή δεν έχει νόημα να αισθηματοποιεί κανείς το παρελθόν ή να αγκιστρώνεται σε αυτό. Εκείνο που χρειάζεται είναι να εμβαθύνει στο περιεχόμενό του και να αποκομίζει γνώση - σε τελική ανάλυση, να διδάσκεται.
Της Χρυσουλας Χατζητακη-Καψωμενου*
* Η Χρυσούλα Χατζητάκη-Καψωμένου είναι καθηγήτρια Λαογραφίας και Εθνολογίας ΑΠΘ.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου