«Ενα φάντασμα στοιχειώνει τις κυβερνήσεις όλου του κόσμου. Το φάντασμα της παγκοσμιοποίησης. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι οι καλών προθέσεων εθνικές κυβερνήσεις αδυνατούν να προστατεύσουν τους πολίτες τους από τα αρπακτικά των δυνάμεων της αγοράς, που παραμονεύουν έξω από τα σύνορά τους. Άλλοι, αντιθέτως, υποστηρίζουν ότι οι αγαθών προθέσεων δυνάμεις της αγοράς είναι που στην πραγματικότητα εμποδίζουν τις κυβερνήσεις-αρπακτικά από το να μαδούν τους πολίτες τους. Μολονότι και οι δυο πλευρές βλέπουν διαφορετικούς πρωταγωνιστές στο ρόλο του κακού, οδηγούνται σε ένα κοινό συμπέρασμα:
Oι παντοδύναμες αγορές σημαίνουν αδύναμους πολιτικούς.
Τα παραπάνω έγραφε ο Μ. Wolf, αρθρογράφος των «Financial Times», στο βιβλίο του «The Nation State in a Global World» το 2001. Η περιγραφή αυτή ταιριάζει απολύτως στη σημερινή κατάσταση, κατά την οποία οι εθνικές κυβερνήσεις μοιάζουν εντελώς αδύναμες να αντιμετωπίσουν την παγκόσμια κρίση.
Καθεμία λαμβάνει μέτρα για τη δική της οικονομία, τα μέτρα αυτά όμως έχουν πολύ μικρό αποτέλεσμα, αφού οι εθνικές οικονομίες είναι αλληλεξαρτώμενες και οι μεγάλες επιχειρήσεις έχουν αναπτυχθεί παγκοσμίως. Πώς μπορείς να βοηθήσεις μια τράπεζα στις ΗΠΑ, όταν έχει πρόβλημα με τα παραρτήματά της σε ολόκληρο τον κόσμο; Πώς μπορεί η Ευρωπαϊκή Ένωση να συμβάλει στην αντιμετώπιση του προβλήματος, όταν οι κυβερνήσεις των μελών της λειτουργούν υπό την πίεση του εθνικού τους ακροατηρίου και λαμβάνουν μέτρα μόνο για το δικό τους κράτος, τη στιγμή που οι οικονομίες τους είναι άμεσα εξαρτώμενες από τις εξελίξεις στην παγκόσμια οικονομία;
«Τράπεζες από την Αυστρία, την Ιταλία και τη Σουηδία που έχουν επενδύσει και έχουν δανείσει χρήματα στην Ανατολική Ευρώπη θα υποστούν καταστροφικές ζημιές και η αξία των κεφαλαίων τους θα συρρικνωθεί ραγδαία. Στην πραγματικότητα, η κατάρρευση της Ανατολικής Ευρώπης εγείρει ερωτήματα για το μέλλον της ίδιας της Ε.Ε.», γράφει στο τελευταίο τεύχος του ο «Economist». Ακόμη και χώρες που δεν αντιμετώπιζαν μέχρι τώρα οξύ πρόβλημα άρχισαν να έρχονται αντιμέτωπες με τις συνέπειες της κρίσης.
«Σε μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία ουδείς μπορεί να απομονωθεί. Από το Μεξικό ώς τη Μαλαισία τα νομίσματα βυθίζονται, καθώς οι δανειστές και οι επενδυτές αποσύρουν χρήματα για να επενδύσουν σε αμερικανικά ομόλογα. Το Πακιστάν, η Ισλανδία, η Τουρκία, το Ελ Σαλβαδόρ και αρκετές χώρες της Ανατολικής Ευρώπης έχουν ζητήσει ήδη από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο βοήθεια για να πληρώσουν τους πιστωτές τους», έγραφαν με τη σειρά την Πέμπτη στο «Editorial» οι «New York Times».
Αν όλες οι μεγάλες κρίσεις στον 20ό αιώνα επηρέαζαν καθοριστικά τη διεθνή οικονομία, πόσο μάλλον η σημερινή, όπου οι δείκτες παγκοσμιοποίησης (κίνηση κεφαλαίων, προϊόντων, υπηρεσιών και προσώπων) είναι οι υψηλότεροι στην ανθρώπινη ιστορία. Ενώ, όμως, η οικονομία είναι παγκοσμιοποιμένη η πολιτική εξακολουθεί ακόμη και σήμερα να κινείται σε εθνικό επίπεδο, ακόμη και στην ευρωζώνη. Η κοινή δράση κρατών και πολιτικών δυνάμεων εμποδίζεται από δύο παράγοντες:
α) Από το γεγονός ότι οι ηγέτες λογοδοτούν στους ψηφοφόρους μιας συγκεκριμένης χώρας. Με δεδομένο ότι οι πολιτικές συνήθως είναι τοπικές, είναι εξαιρετικά δύσκολο να εξηγήσει ο γερμανός πολιτικός στους ψηφοφόρους της χώρας γιατί πρέπει να βάλουν το χέρι στην τσέπη σε εποχή ύφεσης για να στηριχθούν οι οικονομίες άλλων χωρών έστω κι αν επηρεάζουν άμεσα τη δική τους.
β) Επειδή κάθε κρίση είναι ταυτόχρονα και ευκαιρία στον ανελέητο κόσμο των επιχειρήσεων, κάποιοι θα καταστραφούν, αλλά κάποιοι θα βγουν πιο δυνατοί. Αυτοί που θα επιβιώσουν θα κερδίσουν στη συνέχεια μεγαλύτερο μερίδιο παγκόσμιας αγοράς. Τις θέσεις π.χ. που πιθανόν θα αναγκαστούν να αφήσουν κάποιες ελληνικές τράπεζες στα Βαλκάνια και στην ευρύτερη περιοχή θα τις καταλάβουν γερμανοί ή αυστριακοί ανταγωνιστές τους. Κάποιοι υπολογίζουν τα δικά τους συμφέροντα, ελπίζοντας ότι θα είναι οι κερδισμένοι της επόμενης μέρας (η παγκοσμιοποίηση, άλλωστε, είναι πολιτική επιλογή εθνικών κρατών).
Κι εμείς συνεχίζουμε να αερολογούμε, να αντιμετωπίζουμε την κρίση μοιρολατρικά, παρακαλώντας την Ε.Ε. να μη μας επιβάλει σκληρούς όρους, παραιτούμενοι από την προσπάθεια να συμμετάσχουμε ενεργά, στο πλαίσιο των δυνατοτήτων μας, στη διαμόρφωση πολιτικής σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Και η μεγάλη έγνοια του πολιτικού συστήματος παραμένει το «Πότε θα γίνουν εκλογές».
tsiodras@enet.gr
http://new.enet.gr/?i=news.el.home&id=23862
Παρασκευή 13 Μαρτίου 2009
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου