Υπό αίρεση ο 14ος μισθός των Χριστουγέννων ύστερα από 58 χρόνια
Εδώ και μήνες αισθανόμαστε τα οικονομικά μας να σφίγγουν οι περισσότεροι, ενώ πια ξέρουμε ότι το 2010 θα είναι πολύ πιο δύσκολο ακόμα. Καμία αμφιβολία δεν άφησε επ΄ αυτού η συζήτηση στη Βουλή για τον προϋπολογισμό που ολοκληρώνεται απόψε.
Μέσα στον εορταστικό Δεκέμβριο όμως μας προσφέρθηκε μια προσωρινή ανάσα: το «δώρο των Χριστουγέννων», ο 13ος ή μάλλον 14ος μισθός που παίρνουν οι τακτικά απασχολούμενοι μισθωτοί από τον εργοδότη τους, ιδιώτη ή Δημόσιο (κάπου 2,5 εκατομμύρια μόνο, γιατί το χάνουν κατά κανόνα όσοι πληρώνονται με δελτίο παροχής υπηρεσιών, δουλεύουν προσωρινά ή με άλλες «άτυπες» μορφές), όπως και όλοι οι συνταξιούχοι (άλλα 2,7 εκατομμύρια).
Αυτός ο έκτακτος, επιπλέον μισθός- ή σύνταξη- επιτρέπει ίσως και μερικές τρύπες να κλείσουν στους οικογενειακούς λογαριασμούς, αν δεν ήταν πολύ μεγάλες, και κάποιες έκτακτες αγορές να κάνουμε πέρα από τα συνηθισμένα και αναγκαία, να χαρούμε δώρα για τα παιδιά μας, τους δικούς μας, τους φίλους μας, να βγούμε έξω, να πάμε μια εκδρομή.
Και με αυτή την παραπανίσια καταναλωτική μας δαπάνη να δώσουμε μια τόνωση στην αγορά που οι έμποροι και άλλοι επαγγελματίες την περίμεναν φέτος πώς και πώς.
Τόσο το έχουμε συνηθίσει πολλά χρόνια τώρα που μας φαίνεται αυτονόητο: τα «επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα» θεσπίστηκαν με νόμο το 1951, το «επίδομα αδείας» πάλι με νόμο το 1966, και έκτοτε ισχύουν ανελλιπώς. Μαζί με εμάς τα έχουν επίσης οι Ιταλοί, οι Ισπανοί, οι Πορτογάλοι και οι Κύπριοι, αλλά στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες η παροχή αυτή δεν υφίσταται.
Γι΄ αυτό και στους πίνακες των κατώτατων αμοιβών π.χ. η Εurostat πολλαπλασιάζει τις δικές μας επί 14 και τις διαιρεί διά 12, για να είναι συγκρίσιμες με των χωρών που έχουν 12 μηνιαίους μισθούς τον χρόνο, και η αριθμητική αυτή είναι απαραίτητη αν θέλουμε να συγκρίνουμε σωστά τους μισθούς των δασκάλων ή των νοσηλευτών, ας πούμε, στην Ελλάδα και την Ιρλανδία.
Αυτή τη «μεσογειακή ιδιομορφία» του διπλού μισθού τον Δεκέμβριο, και από ενάμιση το Πάσχα και το καλοκαίρι, κάποιοι παράγοντες του ΣΕΒ είχαν προτείνει πριν από τριάντα χρόνια περίπου να την άρουν, χορηγώντας το αντίστοιχο ποσό ως αύξηση στον κανονικό μηνιαίο μισθό, αλλά δεν υπήρξε συνέχεια.
Μια ενδιαφέρουσα ανάλυση στην ιταλική εφημερίδα Repubblica την εξηγούσε πρόσφατα σαν μετεξέλιξη της αρχαϊκής παράδοσης του «ρεγάλου» του φεουδάρχη στους κολίγους του, που γενικεύτηκε εκεί το 1931, επί φασισμού του Μουσολίνι, διατηρεί όμως τα πατερναλιστικά της χαρακτηριστικά: τη δυσπιστία απέναντι στον εργαζόμενο ότι είναι σε θέση να προγραμματίσει καλά την κατανάλωση και την αποταμίευσή του- ώστε να έχει να ξοδέψει όσα θα χρειαστεί τις γιορτές. Βορειότερα πάντως δεν την πολυκαταλαβαίνουν.
Σε επίσημο κείμενο δεν το έγραψαν, κάποιοι τεχνοκράτες στις Βρυξέλλες ή στη Φρανκφούρτη φαίνεται όμως να υποδεικνύουν την κατάργηση των επιδομάτων των εορτών και της άδειας - ή, έστω, δραστική περικοπή τους. Βλέπουν την ευκαιρία να περιοριστεί έτσι η δημόσια δαπάνη για μισθούς και συντάξεις, όπως και το εργατικό κόστος στον ιδιωτικό τομέα, χωρίς να μειωθεί ο τρέχων μηνιαίος ονομαστικός μισθός, πράγμα που θεωρείται πολύ δύσκολο.
Διότι πραγματικές μειώσεις έχουν υποστεί οι μισθοί και οι συντάξεις στη χώρα μας, και μεγάλες: πάνω από 10% τη διετία 1986-87 και ξανά το 1991-93. Τότε όμως οι μειώσεις επιβάλλονταν μέσω υποτίμησης της δραχμής και του μεγάλου πληθωρισμού που δεν παρακολουθούσαν με ανάλογο ποσοστό μισθοί και συντάξεις.
Έπαιρνες 10% αύξηση, αλλά οι τιμές ανέβαιναν 25% και έχανες τη διαφορά. Τώρα με το ευρώ αυτό δεν γίνεται, ούτε είναι όμως απλό να σου πουν ότι τα 1.000 ευρώ που παίρνεις τον μήνα από τον Γενάρη θα γίνουν 900.
Στις υποδείξεις αυτές δεν υπήρξε ανταπόκριση από την ελληνική κυβέρνηση- για την ώρα. Όλοι όμως επαναλαμβάνουν πλέον ότι η κατάσταση της οικονομίας είναι η χειρότερη από τη Μεταπολίτευση, που σημαίνει χειρότερη από το 1985 και χειρότερη από το 1990.
Πριν ακόμα οριστικοποιηθεί η εισοδηματική πολιτική, ο υπουργός Οικονομικών κάνει λόγο για μείωση εισοδήματος της τάξης του 3% μέσω της περικοπής των επιδομάτων των δημοσίων υπαλλήλων. Ανάλογο ήταν το πνεύμα των τελευταίων δηλώσεων του προέδρου του ΣΕΒ για τον ιδιωτικό τομέα. Αλλά και αυτά μπορεί να αλλάξουν. Η κρίσιμη δοκιμή για τον δανεισμό της χώρας έρχεται τον Ιανουάριο.
Ελίζα Παπαδάκη
TA NEA, 23 Δεκεμβρίου 2009
Εδώ και μήνες αισθανόμαστε τα οικονομικά μας να σφίγγουν οι περισσότεροι, ενώ πια ξέρουμε ότι το 2010 θα είναι πολύ πιο δύσκολο ακόμα. Καμία αμφιβολία δεν άφησε επ΄ αυτού η συζήτηση στη Βουλή για τον προϋπολογισμό που ολοκληρώνεται απόψε.
Μέσα στον εορταστικό Δεκέμβριο όμως μας προσφέρθηκε μια προσωρινή ανάσα: το «δώρο των Χριστουγέννων», ο 13ος ή μάλλον 14ος μισθός που παίρνουν οι τακτικά απασχολούμενοι μισθωτοί από τον εργοδότη τους, ιδιώτη ή Δημόσιο (κάπου 2,5 εκατομμύρια μόνο, γιατί το χάνουν κατά κανόνα όσοι πληρώνονται με δελτίο παροχής υπηρεσιών, δουλεύουν προσωρινά ή με άλλες «άτυπες» μορφές), όπως και όλοι οι συνταξιούχοι (άλλα 2,7 εκατομμύρια).
Αυτός ο έκτακτος, επιπλέον μισθός- ή σύνταξη- επιτρέπει ίσως και μερικές τρύπες να κλείσουν στους οικογενειακούς λογαριασμούς, αν δεν ήταν πολύ μεγάλες, και κάποιες έκτακτες αγορές να κάνουμε πέρα από τα συνηθισμένα και αναγκαία, να χαρούμε δώρα για τα παιδιά μας, τους δικούς μας, τους φίλους μας, να βγούμε έξω, να πάμε μια εκδρομή.
Και με αυτή την παραπανίσια καταναλωτική μας δαπάνη να δώσουμε μια τόνωση στην αγορά που οι έμποροι και άλλοι επαγγελματίες την περίμεναν φέτος πώς και πώς.
Τόσο το έχουμε συνηθίσει πολλά χρόνια τώρα που μας φαίνεται αυτονόητο: τα «επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα» θεσπίστηκαν με νόμο το 1951, το «επίδομα αδείας» πάλι με νόμο το 1966, και έκτοτε ισχύουν ανελλιπώς. Μαζί με εμάς τα έχουν επίσης οι Ιταλοί, οι Ισπανοί, οι Πορτογάλοι και οι Κύπριοι, αλλά στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες η παροχή αυτή δεν υφίσταται.
Γι΄ αυτό και στους πίνακες των κατώτατων αμοιβών π.χ. η Εurostat πολλαπλασιάζει τις δικές μας επί 14 και τις διαιρεί διά 12, για να είναι συγκρίσιμες με των χωρών που έχουν 12 μηνιαίους μισθούς τον χρόνο, και η αριθμητική αυτή είναι απαραίτητη αν θέλουμε να συγκρίνουμε σωστά τους μισθούς των δασκάλων ή των νοσηλευτών, ας πούμε, στην Ελλάδα και την Ιρλανδία.
Αυτή τη «μεσογειακή ιδιομορφία» του διπλού μισθού τον Δεκέμβριο, και από ενάμιση το Πάσχα και το καλοκαίρι, κάποιοι παράγοντες του ΣΕΒ είχαν προτείνει πριν από τριάντα χρόνια περίπου να την άρουν, χορηγώντας το αντίστοιχο ποσό ως αύξηση στον κανονικό μηνιαίο μισθό, αλλά δεν υπήρξε συνέχεια.
Μια ενδιαφέρουσα ανάλυση στην ιταλική εφημερίδα Repubblica την εξηγούσε πρόσφατα σαν μετεξέλιξη της αρχαϊκής παράδοσης του «ρεγάλου» του φεουδάρχη στους κολίγους του, που γενικεύτηκε εκεί το 1931, επί φασισμού του Μουσολίνι, διατηρεί όμως τα πατερναλιστικά της χαρακτηριστικά: τη δυσπιστία απέναντι στον εργαζόμενο ότι είναι σε θέση να προγραμματίσει καλά την κατανάλωση και την αποταμίευσή του- ώστε να έχει να ξοδέψει όσα θα χρειαστεί τις γιορτές. Βορειότερα πάντως δεν την πολυκαταλαβαίνουν.
Σε επίσημο κείμενο δεν το έγραψαν, κάποιοι τεχνοκράτες στις Βρυξέλλες ή στη Φρανκφούρτη φαίνεται όμως να υποδεικνύουν την κατάργηση των επιδομάτων των εορτών και της άδειας - ή, έστω, δραστική περικοπή τους. Βλέπουν την ευκαιρία να περιοριστεί έτσι η δημόσια δαπάνη για μισθούς και συντάξεις, όπως και το εργατικό κόστος στον ιδιωτικό τομέα, χωρίς να μειωθεί ο τρέχων μηνιαίος ονομαστικός μισθός, πράγμα που θεωρείται πολύ δύσκολο.
Διότι πραγματικές μειώσεις έχουν υποστεί οι μισθοί και οι συντάξεις στη χώρα μας, και μεγάλες: πάνω από 10% τη διετία 1986-87 και ξανά το 1991-93. Τότε όμως οι μειώσεις επιβάλλονταν μέσω υποτίμησης της δραχμής και του μεγάλου πληθωρισμού που δεν παρακολουθούσαν με ανάλογο ποσοστό μισθοί και συντάξεις.
Έπαιρνες 10% αύξηση, αλλά οι τιμές ανέβαιναν 25% και έχανες τη διαφορά. Τώρα με το ευρώ αυτό δεν γίνεται, ούτε είναι όμως απλό να σου πουν ότι τα 1.000 ευρώ που παίρνεις τον μήνα από τον Γενάρη θα γίνουν 900.
Στις υποδείξεις αυτές δεν υπήρξε ανταπόκριση από την ελληνική κυβέρνηση- για την ώρα. Όλοι όμως επαναλαμβάνουν πλέον ότι η κατάσταση της οικονομίας είναι η χειρότερη από τη Μεταπολίτευση, που σημαίνει χειρότερη από το 1985 και χειρότερη από το 1990.
Πριν ακόμα οριστικοποιηθεί η εισοδηματική πολιτική, ο υπουργός Οικονομικών κάνει λόγο για μείωση εισοδήματος της τάξης του 3% μέσω της περικοπής των επιδομάτων των δημοσίων υπαλλήλων. Ανάλογο ήταν το πνεύμα των τελευταίων δηλώσεων του προέδρου του ΣΕΒ για τον ιδιωτικό τομέα. Αλλά και αυτά μπορεί να αλλάξουν. Η κρίσιμη δοκιμή για τον δανεισμό της χώρας έρχεται τον Ιανουάριο.
Ελίζα Παπαδάκη
TA NEA, 23 Δεκεμβρίου 2009
1 σχόλιο:
Φίλτατοι.
Ο εκσυγχρονισμός ού γαρ έρχεται μόνος. Πώς θα γίνουμε Ευρώπη; Έτσι κάνουν και στην εσπερία. Και διαχωρισμός κράτους εκκλησίας, και οργανωμένο κράτος, και 12 αντί 14 μισθοί. Οι 14 μισθοί είναι ελληνική ευρεσιτεχνία, απο τις πολλές που συχνά καυτηριάζετε με τις αναρτήσεις σας. Οι κουτόφραγκοι όταν ακούν για 14 μηνιάτικα σε ένα 12μηνο τραβούν τα μαλλιά τους.
ΕΥΡΩΠΗ λοιπόν. Κι ας ξεραθεί το ξυγκάκι στον κώλο μας.
Δημοσίευση σχολίου