Κυριακή 18 Οκτωβρίου 2009

«ΨΥΧΗ ΒΑΘΙΑ»: ΕΞΗΝΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ ΤΗ ΛΗΞΗ ΤΟΥ ΕΜΦΥΛΙΟΥ



Ο ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΒΟΥΛΓΑΡΗΣ

(που η μητέρα του ήταν από την Κωμιακή)
ΓΡΑΦΕΙ, ΣΤΟ ΠΑΝΙ ΚΑΙ ΣΤΟ ΒΙΒΛΙΟ,
ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΣΥΜΦΙΛΙΩΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΡΑΥΜΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ, ΕΣΤΙΑΖΟΝΤΑΣ ΣΤΟΥΣ ΗΡΩΙΚΟΥΣ ΑΝΩΝΥΜΟΥΣ, ΣΤΑ ΛΗΣΜΟΝΗΜΕΝΑ ΘΥΜΑΤΑ, ΠΟΥ ΕΖΗΣΑΝ ΤΗΝ ΑΝΤΙΞΟΗ ΜΟΙΡΑ ΤΟΥΣ
ΚΑΙ ΕΣΒΗΣΑΝ ΜΕ «ΨΥΧΗ ΒΑΘΙΑ»

«Άραγε... εμείς νικήσαμε;» αναρωτιέται πίσω από τα πρησμένα βλέφαρα η Φούλα, κοριτσόπουλο σχεδόν, την ώρα που χαρμόσυνες καμπάνες εκτοπίζουν τον ήχο θανάτου των βομβιστικών εκρήξεων.

Είναι καλοκαίρι του 1949, είναι το τέλος του Εμφυλίου, είναι η «Ψυχή Βαθιά»- ευχή και χαιρετισμός, σύνθημα του ΕΛΑΣ, κραυγή των ανταρτών του Δημοκρατικού Στρατού.

Δέκατη τρίτη ταινία για τον Παντελή Βούλγαρη (Village). Το σενάριο γράφτηκε σε συνεργασία με την Ιωάννα Καρυστιάνη και διαβάζεται επίσης ως αυτοτελές αφήγημα (Εκδ. Καστανιώτης).

Προϊόν έρευνας πολλών ετών, που βασίστηκε σε γραπτές και προφορικές μαρτυρίες, η «Ψυχή Βαθιά» αναγνωρίζει ήρωες και μετρά θύματα και στις δύο πλευρές. Δεν επιδιώκει «να γράψει ιστορία».

Αφηγηματοποιώντας όμως σελίδες από τον αδελφοκτόνο πόλεμο, παίρνει μέρος στον διάλογο που παραμένει ανοικτός για το τραυματικό κεφάλαιο του Εμφυλίου. Η ιστορία είναι παρούσα επιλεκτικά, με ορισμένα από τα πρόσωπα της εποχής (βασιλιάς, Σοφούλης, στρατηγός Βαν Φλιτ, φευγαλέος Ζαχαριάδης, ενώ ο Παπάγος που είναι κυρίαρχο πρόσωπο... απουσιάζει) και τα γεγονότα (υπεροπλία του Εθνικού Στρατού, ρόλος των Αμερικανών, στάση της Μόσχας, στρατοδικεία και εκτελέσεις), όπως συνήθως συμβαίνει στις απόπειρες μεταγραφής της σε μια άλλη γλώσσα- λ.χ. της τέχνης.

Το βασικότερο; Ο αφηγητής αποσπά πτυχές από τη μακρο-ιστορία και διαμορφώνει τη δική του μικροϊστορία κυρίως με όρους μυθοπλασίας. Τούτο δεν σημαίνει όμως ότι τελικά δεν τοποθετείται- έστω και έμμεσα, με εξομοιώσεις που προκαλούν εύλογα ερωτήματα απέναντι στον γενικό ιστορικό διάλογο. Έναν διάλογο για τα επίμαχα πραγματολογικά ζητήματα της περιόδου που παραμένει ανοικτός.
Ο δηλωμένος αφηγηματικός στόχος του Παντελή Βούλγαρη είναι «η ταινία να ενώσει και όχι να χωρίσει τους θεατές».

Στόχος που κατ΄ αρχάς επιτυγχάνεται με το βασικό θέμα. 1949, τρίτη χρονιά του Εμφυλίου, στον Γράμμο- πεδίο σκληρών και αποφασιστικών μαχών- δύο αδέλφια, ο Ανέστης 17 χρονών (Χρήστος Καρτέρης) και ο Βλάσης 14 (Γιώργος Αγγέλκος) έχουν στρατολογηθεί ως οδηγοί- ο Ανέστης από τον Εθνικό Στρατό, ο Βλάσης από τον Δημοκρατικό. Χουχλιάζοντας συνθηματικά σαν πουλιά θα συναντηθούν τρεις φορές.

«Ανέστη μου... Βλάση μου... Αγόρια μου... Θα ανάψω κερί για να ΄χετε ο ένας τον άλλον κι ένα κομμάτι ψωμί... Τον νου σας. Άτιμοι καιροί». Η μάνα, Ζαχαρούλα, η αδήριτη μήτρα. Η κοινή πατρίδα; Η αφηγηματική σταθερά. Με τον Ανέστη και τον Βλάση, ο αφηγητής δεν αφήνει την πλάστιγγα της ιστορίας να γείρει προς τη μία ή την άλλη πλευρά. Τον αδελφοκτόνο πόλεμο αντιστρατεύεται ο ακατάλυτος αδελφικός δεσμός. Ενδεχομένως και σε πείσμα του μεγαθέματος του πολέμου, του οποίου το άμεσο παρελθόν και το ευρύτερο ιστορικό παρόν αποσιωπούνται για λόγους αφηγηματικής οικονομίας (;).

Με άλλα λόγια. Το καλοκαίρι τού 1949 η έκβαση του Εμφυλίου έχει ήδη κριθεί. Παρά τις εντυπωσιακές επιτυχίες του, τον Απρίλιο του 1949, η επικρατούσα άποψη είναι ότι ο Δημοκρατικός Στρατός δεν μπορούσε να νικήσει.

Ο ιστορικός το γνωρίζει. Ο αφηγητής εμφανίζεται να το αγνοεί. Τουλάχιστον όσο του χρειάζεται για να μοιράσει ισότιμα απελπισία και αδιέξοδο, νίκες και ήττες, και στις δύο πλευρές. Στην «Ψυχή Βαθιά» η διήγηση αναπτύσσεται με άξονα τη συμμετρία, την αναλογικότητα και την εγγύτητα. Στρατιώτες και αντάρτες πολεμούν τόσο κοντά ο ένας στον άλλον ώστε στα διαλείμματα να συνομιλούν, ή να τρομάζουν εξίσου στο ενδεχόμενο το βόλι τους να χτύπησε συγχωριανό, φίλο ή αδελφό.

Η επαναστατικότητα, ενίοτε «θολή», των ανταρτών βρίσκει την αντίστιξή της στην απροθυμία των στρατιωτών- «πες τους ότι κουράστηκε ο στρατός, ανθυπολοχαγέ».
Εριφύλη Μαρωνίτη, ΤΑ ΝΕΑ, 17 Οκτωβρίου

3 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Σημαντική η αποκάλυψη-ανακάλυψή σου για την καταγωγή(από τη μάνα του) του μεγάλου μας σκηνοθέτη Παντελή Βούλγαρη από την Κωμιακή.
Η νέα του ταινία έχει αποσπάσει διθυραμβικές κριτικές [πριν καν παιχτεί στις κινηματογραφικές αίθουσες.

Ανώνυμος είπε...

ΕΠΕΣΑΝ στα πεδία των μαχών: Βαλκανικοί Πόλεμοι 1912-13, 12.000, Μικρασιατική εκστρατεία 1919-22, 37.000, Ελληνοϊταλικός- Ελληνογερμανικός Πόλεμος 1940-41, 15.000, Εμφύλιος 1946-47, 70.000

, εκ των οποίων περίπου 45.000 στρατιώτες και 25.000 αντάρτες! Με αυτούς τους εφιαλτικούς αριθμούς αρχίζει η ταινία του Παντελή Βούλγαρη που εξήντα χρόνια μετά τον Εμφύλιο κάνει μια αναψηλάφηση της ανθρώπινης συμπεριφοράς σε καιρό πολέμου.

Ο ΣΚΗΝΟΘΕΤΗΣ προσπαθεί και διεισδύει βαθιά στην ψυχή των ανθρώπων, την ώρα που μάχονται σ΄ έναν πόλεμο παράλογο, βίαιο και απελπισμένο. Και δείχνει το πέρασμά τους απ΄ το θάρρος στην απανθρωπιά και το ανάποδο.

Ανώνυμος είπε...

"Ψυχή βαθιά". Η ιστορία ξαναγράφεται
Η Ιστορία ξαναγράφεται. Όχι μόνο η διεθνής αλλά και η εγχώρια. Οι αστοί μετέτρεψαν την 9η Μάη από Μέρα της αντιφασιστικής Νίκης σε μέρα της Ευρώπης. Κάνουν το παν για να ξεχαστούν τα 20.000.000 των σοβιετικών νεκρών. Ο κομμουνισμός εξισώνεται με το ναζισμό.

Στη χώρα μας η αστική τάξη άρπαξε με τη βία των όπλων του Σκόμπι και του Παπανδρέου την εξουσία από τον ΕΛΑΣ και επέβαλε την πιο αιματηρή τρομοκρατία σε βάρος των αντιστασιακών και κομμουνιστών.
Αυτό το όργιο της δολοφονικής βίας, με την καθοδήγηση των Αγγλων, εξώθησε και οδήγησε το λαό στο δεύτερο αντάρτικο. Δεν υπήρξε καμιά άλλη επιλογή. Σ' αυτό τον άνισο αγώνα, οι αστοί βγήκαν νικητές μόνον στρατιωτικά. Το ηθικό πλεονέκτημα δεν το κατέκτησαν ποτέ. Έμειναν στιγματισμένοι ως συνεργάτες των καταχτητών, ως υποταχτικών Αγγλοαμερικάνων, ως βασανιστές και δολοφόνοι.

Η συντριπτική πλειοψηφία των πνευματικών ανθρώπων αυτού του τόπου στάθηκε απέναντί τους.
Άλλαξαν όμως οι καιροί. Ήρθε ο καιρός για τη ρεβάνς. Ήρθε ο καιρός να εξισωθούν οι θύτες με τα θύματα. Να ξεχαστούν τα εγκλήματα. Να σβηστεί κάθε διαχωριστική γραμμή. Να ξεχαστεί τι ακριβώς υπηρετούσαν οι αντιμαχόμενες πλευρές. Να αναβαπτιστούν τα ανδρείκελα των Αγγλοαμερικάνων στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ που λέγεται, όχι εξόντωση με κάθε τρόπο όσων πάλεψαν για τη λευτεριά και τη λαϊκή δημοκρατία, αλλά «αδελφοκτόνος πόλεμος», «εμφύλιος σπαραγμός», «εθνική ομοψυχία», «λησμονημένα θύματα» κ.ο.κ.

Ετσι, ένας άνθρωπος, ο Παντελής Βούλγαρης, πιστός στην προσωπική του ιστορία, τελευταία επεισόδια της οποίας υπήρξαν η με το ζόρι ηθική αποκατάσταση του χαφιέ Ελία Καζάν και οι περίπατοι στην αυλή του Καραμανλή, ανέλαβε να «αποκαταστήσει» την Ιστορία.

Πήρε λοιπόν χρηματοδότηση από κάμποσα υπουργεία και τη χορηγία της «Καθημερινής», δήλωσε συγκλονισμένος από τους 70.000 νεκρούς του «τραγικού εμφυλίου» και ανέλαβε να εξισώσει τις δυο πλευρές της αναμέτρησης. Από τη μια τους κομμουνιστές, που «έσυραν το λαό σ' ένα τυχοδιωκτισμό», κι από την άλλη την αστική παράταξη (κέντρο και δεξιά
που «με μισή καρδιά» υπάκουσε στα κελεύσματα των νέων αφεντικών της.

Αυτό αρκεί στην αστική τάξη. Δεν της χρειάζεται τίποτ' άλλο. Γι' αυτό πάλευε τόσα χρόνια. Γι' αυτό το λειψό συχωροχάρτι. Ξέρει πως ποτέ δεν θα το πάρει ολόκληρο.
Ε, διάβολε, ο Π. Βούλγαρης δεν είναι ο Τζέιμς Πάρις!

Έχουμε και λέμε, λοιπόν: Δυο νεαρά αδέρφια στα αντίπαλα στρατόπεδα. Πιτσιρικάδες βοσκοί, έτσι που να μην έχουν ιδέα από τίποτα. Βιαίως στρατολογημένοι και οι δύο. Ένας καπετάνιος του ΔΣΕ, «σταλινικό απολίθωμα» για γέλια. Αντισοβιετικές αιχμές. Ένας στρατηγός που τον ενοχλεί η ιδέα του ολοκαυτώματος των ανταρτών με ναπάλμ.

Εξωιστορική και ηθικολογική προσέγγιση. Το απόλυτο ιδεολογικοπολιτικό κενό. Δραματουργικές ανεπάρκειες. Ανιαρές σκηνές ατελείωτου λουτρού αίματος (τύφλα να 'χει η «Διάσωση του στρατιώτη Ράιαν»).

Για να μην αδικούμε τον κ. Βούλγαρη, πρέπει να παραδεχτούμε ότι παρουσιάζει με ακρίβεια την αμερικανική επέμβαση, όπως επίσης ότι χειρίζεται με επιδεξιότητα τους συναισθηματικούς μηχανισμούς επηρεασμού των αδαών.
Δηλώνει λοιπόν: «Δεν είμαι ούτε πολιτικός ούτε ιστορικός, είμαι καλλιτέχνης». Και νομζει ότι έτσι καθάρισε.

Φυσικά, τίποτα δεν γίνεται εις μάτην. Οι νέες γενιές είναι περισσότερο ευάλωτες, λόγω της απόστασης από τα γεγονότα και της κυριαρχίας της αστικής ιδεολογίας, αλλά και των «εθνικοενωτικών» επιδόσεων της καθεστωτικής αριστεράς.
Κρίμα που οι όποιοι κυβερνώντες δεν μπορούν ν' αρπάξουν από τ' αυτί τους μαθητές και να τους πάνε στοιχισμένους στις κινηματογραφικές αίθουσες, όπως πήγαιναν εμάς τους παλιότερους οι καθηγητές μας, για να διδαχθούμε από τις εθνικοπατριωτικές περιπέτειες του Κώστα Πρέκα!

Δεν πειράζει! Ποτέ δεν είν' αργά, κ. Βούλγαρη. Ίσως στην επόμενη χούντα.

Ελένη Σταματίου - εφημερίδα "Κόντρα"

βαθύ κόκκινο
Αναρτήθηκε από FRAXIOSNAXOS στις 8:00 μμ