Σάββατο 3 Οκτωβρίου 2009

ΕΚΛΟΓΕΣ ΚΑΙ …ΓΟΥΡΝΑ


Η εκλογική, προεκλογική
και μετεκλογική διαδικασία
είχε πάντοτε
και τη λαογραφική όψη της.


Αυτήν προσπάθησε να ερευνήσει ο λαογράφος(και επ. καθηγητής του Πανεπιστημίου Θράκης σήμερα) Μανόλης Σέργης στο βιβλίο του «Λαογραφικά των εκλογών(1920-1981) από ένα ναξιώτικο χωριό», το Γλυνάδο.

Το βιβλίο εκδόθηκε το 1998.(Κάθε ναξιώτικο χωριό έχει την εκλογική του παράδοση, κοινές αναφορές και ιδιαιτερότητες, που μπορείτε να μας τις θυμίσετε ή να τις αποκαλύψετε).

Σχετικά με τις παροιμίες που έχουν αφορμή τις εκλογές, παρατηρεί ότι όλες εκείνες που κορφολόγησε έχουν σχέση με τη μεταπήδηση από κόμμα σε κόμμα (διακομματικές ροές ψηφοφόρων θα έλεγαν οι σημερινοί δημοσκόποι) και η απόσταση έργων και λόγων των πολιτικών, συμπεριφορές και νοοτροπίες που υπάρχουν και σήμερα, χωρίς να είναι φορτισμένες όσο παλιότερα με ηθική απαξία.

«Τέτοιες φράσεις είναι- γράφει ο Σέργης

«όπου γέρνει η μπελάτζα, κλίνει ευτός πάντα»,
«απ΄ όπου φυσά ο αέρας υρίζει»,
«ευτός είναι ανεμοδούρα»,
«ευτοί είναι κούνιες»,
«ευτός είναι τσι γούρνας» κ. ά..

«Γούρνα» είναι γενικά στο χωριό οποιαδήποτε κοιλότητα, μέσα στην οποία μπορούν να φάνε π.χ. ή να πιουν ζώα.. Εδώ υπονοείται σαφέστατα η γούρνα του χοίρου και σημαίνει μεταφορικά «τα προσωπικά οφέλη»

(Για τη γούρνα ο Νικηφόρος Μανδηλαράς έγραφε ότι πολιτικά χρησιμοποιούσε ο ναξιακός λαός αυτή τη λέξη για να τονίσει τη ρεμούλα της ασυδοσίας.
«Οι ενδιαιτώμενοι εις την γούρνα με την παμφάγον λαιμαργίαν των γνωστών τετραπόδων, επέδειξαν πλήρη περιφρόνησιν και εξοργιστικήν αναλγησίαν προς τον πεινώντα λαόν, τον οποίον μετά μανίας ελεηλάτησαν»)

«Η στάση αυτή-συνεχίζει ο Σέργης-να «φιλούνε κατουρημένες ποδιές» δεν συμβιβάζεται με ανθρώπους που «είναι βαφτισμένοι στο κόμμα», με ανθρώπους που είναι «ποτισμένοι στο κόμμα», αφού γι’ αυτούς(σε ορισμένη τουλάχιστο περίοδο της πολιτικής ζωής του χωριού) αφορισμοί του τύπου «το κόμμα είναι θρησκεία», «το κόμμα τόχω θρησκεία», «θα το δώκω δαγκωτό» χαρακτήριζαν την «πολιτική σκέψη» τους…

Μια ακόμη ενδιαφέρουσα παροιμιακή φράση αξίζει να σχολιαστεί…Είναι η φράση «η κάρπη είναι κάρπικη», που σημαίνει ότι κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει εκ των προτέρων το τελικό αποτέλεσμα που θα βγεί απ’ αυτήν.(Σ.Σ. Σήμερα κάτι παραπάνω ξέρουμε, με τη… βοήθεια πάνω από 30 εταιρειών έρευνας της κοινής γνώμης).
Τον ίδιο «αγνωστικισμό» εξέφραζαν με το δίστιχο:

Πρώτη φορά συνάντησα τέτοιο κουτί ρημάδι
«όχι» να ρίχνεις το πρωί και «ναι» νάναι το βράδυ,

το οποίο μάλλον είναι εμπνευσμένο από πανελλήνιο αντίστοιχο, ως λαϊκό «ποιητικό αποτέλεσμα» για την πολιτική πρακτική της «αλήστου μνήμης» επταετούς δικτατορίας του 1967.

Πάντως αξίζει να εντοπίζουμε εκτός από τη θυμοσοφική της αξία και τη λαϊκή επινόηση της παρετυμολογίας της προηγούμενης φράσης από το επίθετο «κάρπικος». Λέγεται «κάρπη» επειδή μ’ αυτήν μπορείς να ξεγελάσεις, να κάνεις μ’ αυτήν «κάρπικη» κάθε σου υπόσχεση».


6 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Πολύ ωραία αυτά που γράφετε. Δεν ήξερα οτι υπάρχουν και βιβλία που γρά φουν για την λαογραφία των εκλογών, ίσως είναι το μοναδικό βιβλίο,ΑΛΛΆ ΟΎΤΕ ΠΟΥ ΤΟ ΈΧΩ ΑΚΟΥΣΕΙ.

Ανώνυμος είπε...

Μπράβο στο Σέργη. Μακάρι να είχαν τέτοιους ερευνητές και τα άλλα χωριά.

Ανώνυμος είπε...

κι οπως λεει ενας κωμιακιτης η γουρνα ειναι ιδια, οι χοιροι αλλαζουνε

Ανώνυμος είπε...

ΑΥΤΌ ΤΟ ΒΙΒΛΊΟ ΈΧΕΙ ΜΈΣΑ ΠΟΛΎ ΠΡΩΤΟΠΑΠΑΔΑΚΗ, ΟΥΤΕ ΒΕΝΙΖΕΛΙΚΟΥΣ, ΟΥΤΕ ΑΡΙΣΤΕΡΑ, ΟΥΤΕ ΟΣΑ ΣΥΝΕΒΗΣΑΝ ΣΤΙς ΕΚΛΟΓΕΣ ΤΗΣ ΒΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΝΟΘΕΙΑΣ ΤΟΥ 1961 ΠΟΛΛΑ ΑΠΟ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΠΕΡΙΓΡΑΦΕΙ ΜΕ ΜΠΟΛΙΚΟ ΧΙΟΥΜΟΡ Ο ΜΑΝΔΗΛΑΡΑΣ ΣΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΟΥ.

Ανώνυμος είπε...

ΜΑ ΜΕ ΤΟ ΓΛΙΝΑΔΟ ΜΟΝΟ ΑΣΧΟΛΕΙΤΑΙ ΑΠΟ Ο,ΤΙ ΚΑΤΑΛΑΒΑ. ΟΠΟΙΟΣ ΕΧΕΙ ΑΛΛΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΤΑ ΣΤΕΙΛΕΙ.

Ανώνυμος είπε...

ΜΕΤΕΚΛΟΓΙΚΑ

Ο Σέργης στο βιβλίο αυτό παραθέτει την αφήγηση ενός πληροφορητή του:
"Άμα ήθελα κερδίσει ο Βενιζέλος, ο γέρος μου ήθελα να τονε πάρει ο Τσαρτάλης(βενιζελικός κομματάρχης του Γλινάδου) να σηκώσει μπαϊράκι, εβάστανε το μπαϊράκι κι ήθελα να γυρίσει όλο το χωριό καλά-καλά...Μετά ήθελα να πάει ο Τσαρτάλης να ανοίξει το σπίτι του, να βγάλει κρασιά, τυριά, εκεί να δεις είντα εγίνουντανε". Στρώνονταν δηλ. τα νικητήρια γεύματα, ακόμη και με ολόκληρο "σφαχτό"(χοίρο συνήθως) και γλεντούσαν μέχρι πρωίας οι "νικητές", με χορούς, τραγούδια, ρίμες και "κοτσάκια"(σατιρικά δίστιχα)

Ζήτω του Μήτσου Προμπονά με το συνδυασμό ντου/και ο Πρωτονοτάριος θα σκάσ' απ' το γκαμό του κλπ